Κεντρική Σελίδα των Αρχείων      Περιεχόμενα      Επόμενο Κεφάλαιο

ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

W. J. Sidis

Μετάφραση: Γεωργία Ερατώ Τριανταφυλλίδη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVII

Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΟΧΑΪΟ

        88. Κανεσσετάγος και Φρανκλίνος.  Στον Γεωργιανό Πόλεμο, όπως και σε προηγούμενα ξεσπάσματα των διαποικιακών διενέξεων, οι Ιρόκοι, οι κύριοι σύμμαχοι των εγγλέζικων αποκιών, είχαν εντυπωσιασθεί ιδιαίτερα από την αδυναμία των εγγλέζικων αποικιών να λειτουργήσουν ενωτικά. Καθώς όλες οι πλευρές τώρα ένοιωθαν πως η ειρήνη του 1748 θα ήταν μια περίοδος παρατάξεως για την τελική μάχη, η Ομοσπονδία των Ιρόκων αποφάσισε να προχωρήσει σε βήματα προκειμένου να πείσει τους συμμάχους της για την ανάγκη να συγκροτήσουν μια παρόμοια ομοσπονδία. Το Κονγκρέσσο του 1690, που είχε σχηματισθεί κυρίως από τις εξεγερμένες αποικίες του βορρά, ήταν ένα προηγούμενο. Αλλά οι Ιρόκοι φαίνονταν να σκέπτονται πως θα έπρεπε να συνασπισθούν όλες οι αγγλικές αποικίες, καθώς είχαν κοινή καταγωγή και κοινή γλώσσα, και ταίριαζαν επομένως με τα κριτήρια ομοσπονδοποιήσεως των Ιρόκων. Το Κονγκρέσσο του 1690 περιελάμβανε μόνο τις βόρειες αποικίες, έχοντας συγκροτηθεί μόνον με βάση το προηγούμενο της Συνομοσπονδίας της Νέας Αγγλίας, η οποία, με την σειρά της, ήταν υπό την επιρροή των Πενακούκων, για τούτο και είχε λάβει υπ ' όψη την ομοιότητα των θεσμών κυρίως, παρά την κοινότητα προελεύσεως και γλώσσας. Είναι, φυσικά, ζήτημα εάν η Νέα Υόρκη θα έπρεπε να περιληφθεί σε μια ομοσπονδία της μιας ή της άλλης μορφής, αφού ήταν καταφανώς ολλανδικής προελεύσεως, είχε κοινωνικούς θεσμούς που την συνέδεαν μάλλον με τον Νότο παρά με τον Βορρά, και δεν ήταν κάν ακόμη αγγλόφωνη περιοχή.

         Εν πάση περιπτώσει, η Ιροκέζικη Ομοσπονδία αποφάσισε να πείσει τους άγγλους της Αμερικής να συνασπίσουν όλες τις αποικίες τους σε βάση παρόμοια με των Ιρόκων, και επέλεξαν ένα σαχέμ του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου τους, τον Κανεσσετάγο, ως εκπρόσωπο για την εκπλήρωση αυτής της αποστολής. Αυτός διάλεξε για τον σκοπό αυτόν ένα τυπογράφο και δημοσιογράφο από την Φιλαδέλφεια, ονόματι Βενιαμίν Φρανκλίνο, γνωστό για τα φιλικά του αισθήματα έναντι των Ιρόκων, ο οποίος, μέσα από το δημοσιογραφικό του έργο, είχε αποκτήσει κάποια πολιτική παρουσία στην Πεννσυλβανία. Η αρχική του παιδεία στην Βοστώνη, την γενέτειρά του, συνετέλεσε επίσης στην καταλληλότητα του προσώπου του για να πεισθεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο Φρανκλίνος δεν ήταν, εν τούτοις, όπως ήσαν συνήθως οι περισσότεροι νεοεγγλέζοι, θερμός υπέρμαχος της λαϊκής εξουσίας: πράγμα που ήταν μάλλον ένα επί πλέον προσόν, κατά την αξιολόγηση των ολιγαρχικών Ιρόκων.

         Ο Κανεσσετάγος βρήκε στον Φρανκλίνο ευήκοον ους ως προς την σκοπιμότητα μιας ομοσπονδίας των αποικιών. Ο Φρανκλίνος συνέχισε το έργο με την εφημερίδα του, μια εικόνα του μάλιστα έγινε διάσημη, παριστάνοντας τις αποικίες σαν ένα κομματιασμένο φίδι (που τα κομμάτια του έφεραν τα αρχικά των διαφόρων αποικιών), με την φράση "Ενώσου ή Πέθανε." Αυτό αναφερόταν προς το παρόν, φυσικά, στον κίνδυνο από τους γάλλους, και όχι στην εθνική ανεξαρτησία, όπως ερμηνεύθηκε εκ των υστέρων. Καθώς όμως η ομοσπονδιακή ιδέα του Φρανκλίνου υπήρξε αναμφισβήτητα ο πρόγονος των ομοσπονδιών αυτών των αποικιών, είναι πιθανόν η εικόνα αυτή να στάθηκε η αρχική έμπνευση για τον κροταλία, με τον οποίο οι εξεγερμένοι άποικοι συμβόλισαν εαυτούς, είκοσι χρόνια αργότερα.

         Ο Βενιαμίν Φρανκλίνος κατέστρωσε ένα πραγματικό σχέδιο ενώσεως των αποικιών, με ένα γενικό κυβερνήτη διορισμένο από την Αγγλία, και μια γερουσία αντιπροσώπων των διοικήσεων των διαφόρων αποικιών. Οι λειτουργίες της ομοσπονδίας θα αφορούσαν την κοινή άμυνα, και κάποια διαποικιακά ζητήματα, όπως η ταχυδρομική υπηρεσία. Η αντιπροσώπευση θα προήρχετο από τις κυβερνήσεις των αποικιών μάλλον, παρά από τον λαό. Και η Τζώρτζια, ως σοφρωνιστική αποικία, έμεινε έξω από το σχέδιο της ομοσπονδίας. Το Ντελαγουαίρ, έχοντας δικό του νομοθετικό σώμα, διοικούμενο όμως ως παράρτημα της Πεννσυλβανίας, αντιπροσωπευόταν, κατά το σχήμα του Φρανκλίνου, μόνο δια της αντιπροσωπείας της Πεννσυλβανίας.

         Με τα κριτήρια ομοσπονδοποιήσεως των Πενακούκων, δεν θα είχε επιχειρηθεί να συνασπισθούν η δημοκρατική Νέα Αγγλία με τον αριστοκρατικό Νότο, ή με την τυραννική Νέα Υόρκη. Αλλ' όμως η ομοσπονδία σχεδιάστηκε υπό την αιγίδα των Ιρόκων, οπότε όλες οι αποικίες, από την Νέαν Αγγλία μέχρι την Νότια Καρολίνα, περιελήφθησαν στο ενωτικό σχέδιο.

         Το σχέδιο αυτό κατανοήθηκε με μεγάλη δυσκολία, αν κατανοήθηκε, στην Αγγλία, και υπήρξαν πολλές αντιρρήσεις εκεί, επειδή το σχήμα παραήταν δημοκρατικό, αν και κατά κύριο λόγο άφηνε τον έλεγχο της ομοσπονδίας στα χέρια των αποικιακών κυβερνητών, οι περισσότεροι από τους οποίους ήσαν διορισμένοι από την Αγγλία!

         Ωστόσο, παρ' όλες τις αντιρρήσεις, τελικά εστάλησαν αντιπρόσωποι σε ένα Κονγκρέσσο των διαφόρων αποικιών, σύμφωνα με το σχέδιο ομοσπονδίας του Φρανκλίνου. Ο τίτλος του Κονγκρέσσου είχε μείνει από εκείνο του 1690, που είχε συγκληθεί στην Νέα Υόρκη και ήταν μια ομοσπονδία των εξεγερμένων επαρχιών εκείνης της περιόδου. Τούτο το Κονγκρέσσο διακρινόταν από το προηγούμενο κατά το ότι επαγγελλόταν την αντιπροσώπευση των αμερικανικών αποικιών συνολικά, αντί μόνον του Βορρά, όπως το προηγούμενο, εξ αυτού δε έγινε γνωστό ως το Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο. Το όλο σχέδιο τηρήθηκε υπό την αυστηρή εποπτεία της Ιροκέζικης Ομοσπονδίας, που, ως ο ισχυρότερος σύμμαχος των άγγλων, ως το αρχικό πρότυπο βάσει του οποίου διαμορφώθηκε το Κονγκρέσσο, έπεισε το νέο Κονγκρέσσο να εγκαινιάσει τις εργασίες του σε επικράτεια που ήταν αρχικά ιροκέζικη. Η συνεδρίαση έγινε λοιπόν το 1754 στο Αλμπανυ, εξ ού και το ενωτικό σχέδιο του Φρανκλίνου μνημονεύεται ενίοτε ως το Σχέδιο Αλμπανυ. Το ίδιο το σχήμα συντάχθηκε γραπτώς, προσαρμοσμένο εν πολλλοίς στο ιροκέζικο σύνταγμα, σύμφωνα με τις υποδείξεις του Κανεσσετάγου, και υπήρξε πραγματικά το πρότυπο των διαφόρων συνταγμάτων που συντάχθησαν στην Αμερική.

         Η Ομοσπονδία των Ιρόκων, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι λευκοί θα κατανοούσαν το νόημα της ομοσπονδίας, και το πώς αυτή θα έπρεπε να υλοποιηθεί, έστειλαν στο Κονγκρέσσο του Αλμπανυ ένα εκπρόσωπο, κάποιον αγγελιαφόρο ονόματι Χιανινογάρο, ο οποίος, κατά την έναρξη αυτής της πρώτης συνεδριάσεως του Κονγκρέσσου, εκφώνησε μια ομιλία εξηγώντας στους συγκεντρωμένους αντιπροσώπους το πώς οι Ιρόκοι μπόρεσαν να ενδυναμωθούν κατά των εχθρών τους σχηματίζοντας ομοσπονδία, και παροτρύνοντας τους αντιπροσώπους να έχουν την φρόνηση να πράξουν το ίδιο.

         Αυτό το "Ηπειρωτικό Κονγκρέσσο," εν τούτοις, δεν απέβη δημοφιλές στις αποικίες, ιδίως τις βόρειες, όπου ο κόσμος το θεώρησε ως μια προσπάθεια να αυξηθεί η εξουσία των βασιλικών κυβερνητών και να συρρικνωθεί η λαϊκή διακυβέρνηση, ενώ η Αγγλία έβλεπε την ένωση ως μια απόπειρα ενώσεως των αποικιών εναντίον της μητέρας πατρίδος. Το Κονγκρέσσο, επομένως, δεν συνέχισε την ύπαρξή του, ελείψει υποστηρίξεως και από τις δύο πλευρές του ωκεανού, ενώ οι αντιρρήσεις ήσαν εντελώς αντίθετης φύσεως. Αυτό το γεγονός έπεισε τον Φρανκλίνο ότι είχε πετύχει την "χρυσή μετριότητα."

         89. Αποβολή των Ακάδων.  Η Νέα Σκωτία, η χερσόννησος που οι γάλλοι είχαν ονομάσει Ακαδία, ήταν, όλον αυτό τον καιρό, ένα κατακτημένο εξάρτημα της Αγγλίας, κατοικούμενο εν πολλοίς από μια γαλλική αγροτιά, συν λίγους άγγλους οικιστές που είχαν καταλήξει ώς εδώ, μέσα στα σαράντα χρόνια αφ' ότου η Αγγλία είχε κατακτήσει την χερσόννησο. Εξ αιτίας του γεγονότος ότι ο Ιάκωβος Α' της είχε δώσει, ενώ η χερσόννησος ήταν ακόμη υπό την κατοχή των Ερυθροδέρμων, ένα σκωτσέζικο χάρτη, εθεωρείτο σκωτσέζικη αποικία, και είχαν γίνει μερικές απόπειρες να αποικισθεί με σκωτσέζικο πληθυσμό, κάτι που είχε αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σημασία καθώς η Σκωτία είχε καταστεί πρόσφατα η πηγή εξεγέρσεων, και υπήρχε η σκέψη μήπως μπορέσουν να χειραγωγηθούν οι σκώτοι, ώστε να νοιώσουν πως είχαν υλικό συμφέρον να ενωθούν με την Αγγλία.

         Το πρόσχημα βρέθηκε, με την ανακάλυψη μιας δήθεν συνομωσίας ανάμεσα στον γαλλικό πληθυσμό της Νέας Σκωτίας για την ανατροπή της αγγλικής διακυβερνήσεως, και την επιστροφή στην γαλλική κυριαρχία. Πιθανόν να υπήρξε μια τέτοια συνομωσία, γιατί έχει κανείς κάθε λόγο να πιστέψει πως οι βρεταννικές αρχές, που θεωρούσαν τους "ακάδες" παρείσακτους μέσα σε καθαρά σκωτσέζικη επικράτεια, δεν διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με τον πληθυσμό. Είτε υπήρχε είτε όχι μια τέτοια συνομωσία, πάντως, θα ήταν απολύτως αδύνατον να είναι πολύ διαδεδομένη, μέχρις ότου να γίνει κάποια ανοικτή απόπειρα εξεγέρσεως. Και, έστω και εάν η μαρτυρία δεν ήταν κατασκευασμένη, είναι μάλλον απίθανο να εγνώριζε ο,τιδήποτε σχετικά η πλειοψηφία του ακαδικού πληθυσμού.

         Με αυτή την ευκαιρία, πάντως, οι βρεταννικές στρατιωτικές αρχές ζητούσαν φασαρία, και, όπως συμβαίνει συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις, βρήκαν εύκολα το πρόσχημα. Το φθινόπωρο του 1754, εξεδόθη μια στρατιωτική διαταγή που εξόριζε όλον τον γαλλόφωνο πληθυσμό από την χερσόννησο της Νέας Σκωτίας, και κατέσχε την γη τους, τα βόδια τους, και τις, έτοιμες για θερισμό, σοδειές τους. Ενας αριθμός βρεταννικών πλοίων εστάλη στην Νέα Σκωτία, και πήρε τους ανθρώπους της επαρχίας για να τους αφήσει σε διάφορα λιμάνια στις άλλες αγγλικές αποικίες της Αμερικής. Πολλοί από τους ακάδες διέφυγαν στον Καναδά, ενώ εκείνοι που μεταφέρθησαν στα αποικιακά λιμάνια, σε ξένον τόπο, όπου δεν μπορούσαν να καταλάβουν την γλώσσα, πέθαναν από τις στερήσεις. Πολλοί βρήκαν τον δρόμο τους μέχρι την Λουιζιάνα, όπου βρήκαν ένα λαό φιλικό που μιλούσε την δική τους γλώσσα, και όπου τελικά συγκεντρώθησαν οι περισσότεροι από τους πρόσφυγες και σχημάτισαν μια μικρή "ακαδική" αποικία στον Ποταμό Ατσαφαλάγια, όπου μιλιέται ακόμη η παληά ακαδική διάλεκτος της γαλλικής, και όπου οι άνθρωποι μέχρι σήμερα είναι γνωστοί ως ακάδες, ή, συνηθέστερα ως "Κάτζουν" ή "Κάτζεντ." Ο γαλλικός οικισμός στο εσωτερικό της ηπείρου είχε κι αυτός επίσης το μερίδιό του στην φιλοξενία ακάδων φυγάδων.

         Αν και οι ακάδες που εκδιώχθησαν από τα σπίτια τους με αυτόν τον ξαφνικό και απότομο τρόπο ήσαν από τεχνική άποψη βρεταννοί υπήκοοι βάσει των συνθηκών ειρήνης, ο σύνδεσμός τους όμως με την Γαλλία παραήταν πρόσφατος και ολοφάνερος, για να μπορέσει η Γαλλία να παραβλέψει εντελώς αυτή την φρίκη. Αν και, φυσικά, αυτό δεν μπορούσε να αποτελέσει ευθέως αιτία πολέμου μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας, παρέμενε πάντως ένας παράγων επαναλήψεως των εχθροπραξιών, που ολόκληρη η Αμερική εγνώριζε ότι μοιραίως θα ερχόταν.

         90. Η Νέα Πατρίδα των Λενάπων.  Στην διάρκεια των τριών διαποικιακών πολέμων, η Ομοσπονδία των Λενάπων είχε δώσει μια χαμένη μάχη κατά των διαβημάτων των άγγλων, τους οποίους μάλιστα βοηθούσαν οι Ιρόκοι εκ των όπισθεν. Η οργάνωση των Λενάπων είχε διαφοροποιηθεί κατά τις λειτουργίες των δύο φρατριών τους, από τις οποίες η παλαιότερη, η φρατρία του Λύκου, ήταν στρατιωτική κατά την λειτουργία της, ενώ η φρατρία της Χελώνας ήταν υπεύθυνη για τις ειρηνικές λειτουργίες. Συμμαχία με τους γάλλους τηρούσε η φρατρία του Λύκου, κι έτσι οι Λενάπες ήσαν γνωστοί στους γάλλους ως Λύκοι, ενώ η ίδια φρατρία ήταν εκείνη που εμάχετο τόσο επίμονα κατά των άγγλων. Οι αλλεπάλληλες ήττες έσπρωχναν την φρατρία του Λύκου όλο και δυτικώτερα, αφήνοντας τα αδέλφια τους, τις Χελώνες, στο έλεος ενός εχθρού που δεν εγνώριζε τίποτε περί αυτών των φρατριακών διακρίσεων. Ο επόμενος διαποικιακός πόλεμος θα σήμαινε την σίγουρη εξολόθρευση των ομάδων της Χελώνας, που είχε ήδη σχεδόν εκλείψει. Οι ομάδες αυτές επεχείρησαν να επαναλάβουν στις μέσες αποικίες το έργο της φυλετικής διεισδύσεως που είχαν διεκπεραιώσει με τέτοιαν επιτυχία οι Οκαμακαμμεσσέτοι στην Νέαν Αγγλία, τον συντονισμό δηλαδή των θετών μελών σε ένα είδος επεκτάσεως της φυλετικής δομής, για την διαιώνιση των φυλετικών αρχών. Αυτή η κοινωνία, όμως, αντί να γίνει μέρος της φυλής, όπως γινόταν στην Νέαν Αγγλία, ήταν μια ανεξάρτητη ομάδα, καλούμενη Οι Υιοί του Ταμενούντ (Ταμενούντ ήταν ο αρχικός ιδρυτής της Ομοσπονδίας των Λενάπων), ή, όπως την ονόμαζαν οι λευκοί, Υιοί του Τάμμανυ. Η ένωση εστερείτο επίσης των θεμελιωδών δημοκρατικών ιδεωδών της οργανώσεως των Οκαμακμμεσσέτων, εξ αιτίας των διαφορών μεταξύ των φυλών. Επίσης, λόγω της φύσεως του διαχωρισμού Λύκου και Χελώνας, οι Χελώνες ήσαν ανίκανες να δώσουν σε αυτήν τους την εταιρία ένα επαναστατικό πνεύμα, όπως είχαν δώσει οι Οκαμακαμμεσσέτοι στην Νέαν Αγγλία.

         Εν τω μεταξύ, οι ομάδες του Λύκου είχαν οδηγηθεί όλο και πιο μέσα στην ενδοχώρα, μέχρι που, στα μέσα του δεκάτου ογδόου αιώνα, οι Λενάπες (ή "Ντελαγουαίρ," όπως τους έλεγαν οι άγγλοι), ήσαν πέρα από τα βουνά, σε περιοχή που αναγνωρίζετο ως υπό γαλλική προστασία. Τελικά κατέφυγαν στην χώρα Σώουνη, όπου οι Σώουνοι ήσαν ήδη φίλοι με τους γάλλους και εχθροί τόσο με τους άγγλους, όσο και με τους ιρόκους, και επομένως φυσικοί φίλοι των Λενάπων. Η περιφέρεια αυτή συμπεριελάμβανε την περιοχή νοτίως της Λίμνης Ηρης, μεταξύ αυτής και του ποταμού που οι Ιρόκοι ονόμαζαν Οχήγιο (όμορφο ποτάμι), και οι γάλλοι Λα μπελ Ριβιέρ, μεταφράζοντας κατά λέξη το ιροκέζικο όνομα. Οι άγγλοι ονόμασαν το ποτάμι, που είχαν "ανακαλύψει" μόλις πρόσφατα, με την δική τους εκδοχή του ιροκέζικου ονόματος, Οχάιο, όνομα που δόθηκε επίσης στην επικράτεια των Σώουνων-Λενάπων.

         91. Γαλλική Εξάπλωση στην Ενδοχώρα.  Η ειρήνη του 1748 αξιοποιήθηκε επίσης από τους γάλλους για την περαιτέρω εγκατάσταση εμπορικών σταθμών και οχυρώσεων στο εσωτερικό της ηπείρου, με στόχο αυτήν τη φορά όχι μόνο την καθιέρωση μιας επικοινωνιακής γραμμής μεταξύ Καναδά και Λουιζιάνας, παρά και τον σχηματισμό ενός δακτυλίου οχυρών γύρω από τις αγγλικές αποικίες εν περιπτώσει περαιτέρω συγκρούσεων, που, όπως εγνώριζαν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ήσαν αναπόφευκτες. Ο δακτύλιος ήταν αρκετά κλειστός, και η κοιλάδα του "Ωραίου Ποταμού" επιτηρείτο ιδιαίτερα, επειδή, στον προηγούμενο πόλεμο, είχαν διεισδύσει εκεί μερικοί άγγλοι έμποροι. Τα οχυρά των Βενσέν και της Λουισβίλ φρουρούσαν το χαμηλώτερο κομμάτι της κοιλάδας. Και, καθώς η Λουιζιάνα ήταν το μέρος δυτικά του Μισσισσιππή, που κατείχετο ακόμη μοναχά από τις φυλές των ερυθροδέρμων, οι γάλλοι, στην προσπάθειά τους να εισχωρήσουν, καθώς είχαν την ανατολική πλευρά της κοιλάδας, έστησαν το πρώτο προκεχωρημένο τους φυλάκιο σε αυτό το έδαφος, ένα σταθμό κοντά στην εκβολή του Ποταμού Μισσούρι, που το ονόμασαν από τον προστάτη άγιο της άρχουσας οικογενείας των Βουρβώνων, Αγιο Λουδοβίκο [Σαιντ Λουί, δηλ. το Σαιντ Λούις]. Προ του 1755, αρκετοί δακτύλιοι γαλλικών φρουρίων είχαν στηθεί γύρω από τις αγγλικές αποικίες, καθιερώνοντας αλυσίδες γαλλικών επικοινωνιών κατά μικρά διαστήματα σε όλο το μήκος από το Κεμπέκ και το Μοντρεάλ μέχρι την Νέα Ορλεάνη. Με το πρώτο δείγμα ενεργούς αγγλικής αντιδράσεως, οι δακτύλιοι των γαλλικών φρουρίων θα έσφιγγαν ακόμη περισσότερο.

         92. Η Εκστρατεία της Βιρτζίνιας κατά του Οχάιο.  Οπως είδαμε ήδη, η Βιρτζίνια, τεμαχίζοντας περιττώς μεγάλες εκτάσεις γης ως νέα φεουδαρχικά υποστατικά στην ενδοχώρα, εξαπλωνόταν με τρομακτική ταχύτητα, και δεσμευόταν έτσι σε μια διογκούμενη κατακτητική πολιτική σε δυτική και βορειοδυτική κατεύθυνση, αδιαφορώντας παντελώς για τους υπάρχοντες κατόχους της γης, και για τις ειρηνευτικές συνθήκες ακόμη, που, για την Βιρτζίνια, δεν ήσαν παρά κουρελόχρατα. Το 1753-54, η απελευθέρωση ενός αριθμού μισθωμένων υπηρετών, που είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι στην Σκωτία ως επαναστάτες κατά του βασιλέως, είχε καταστήσει αναγκαία την παραχώρηση περιουσιών στους αριστοκράτες στην ενδοχώρα, ακόμη πιο μέσα από πριν. Η γη αυτή δόθηκε στην κοιλάδα Σεναντώ (καλούμενη ενίοτε επίσης η Κοιλάδα της Βιρτζίνιας), πράγμα που έφερε την εξάπλωση ουσιαστικά μέχρι τα εγγλέζικα σύνορα, όπως αυτά προεβλέποντο από τις ειρηνευτικές συνθήκες. Η πολιτική της Βιρτζίνιας απαιτούσε περισσότερην ακόμη επικράτεια, και αναγκαστικά θα κατέληγε στην διεκδίκηση μιας περιοχής πέρα από τα Κυανά Ορη, κατεχόμενη από φυλές ερυθροδέρμων, οι οποίες δια της συνθήκης είχαν τεθεί υπό γαλλική προστασία. Η αριστοκρατία της Βιρτζίνιας άρχιζε ήδη να κραυγάζει υπέρ της καταλήψεως της περιοχής αυτής, την οποία διεκδικούσαν ως δική τους δυνάμει ενός παλαιού χάρτου που είχε παραχωρήσει ο Κάρολος Α', προτού ακόμη δημιουργηθεί στην Αμερική κανένας άξιος λόγου λευκός οικισμός. Θα ήταν αναγκαία η εξασφάλιση τέτοιων νέων περιουσιών, προκειμένου να μπορέσουν να αναδεχθούν τις όποιες περαιτέρω αποστολές πληθυσμού που η Αγγλία θα μπορούσε μελλοντικά να πουλήσει στους μεγαλοτσιφλικάδες της Βιρτζίνιας.

         Το 1755, μια μικρή ομάδα νεαρών βιρτζινιωτών από αριστοκρατικές οικογένειες, υπό την ηγεσία κάποιου Γεωργίου Ουάσινγκτων, κληρονόμου ενός μεγάλου υποστατικού στον Ποταμό Ποτομάκ, προέτειναν στον κυβερνήτη Ντινγουίντι να οργανώσουν μια εκστρατεία, με σκοπό να καταλάβουν την χώρα του Ποταμού Οχάιο, και έλαβαν αμέσως την έγκρισή του. Η ομάδα αυτή λοιπόν ξεκίνησε, και εισέβαλε σε γαλλική επικράτεια (δηλαδή σε γη των ερυθρών φυλών υπό γαλλική προστασία). Εφθασαν στον Ποταμό Οχάιο, εξερεύνησαν αρκετά την απώτατη άκρη του, και την "επιθεώρησαν" για λογαριασμό τους. Αυτό είναι μάλλον το περιστατικό που έδωσε λαβή στην φήμη, ότι ο Ουάσινγκτων υπήρξε επιθεωρητής στην νεότητά του. Εχοντας διεκδικήσει λοιπόν την περιοχή βορείως του Ποταμού Οχάιο, την οποία οι γάλλοι ονόμαζαν Ιλλινουά [Ιλλινόις] από κάποιο από τα εκεί έθνη των ερυθροδέρμων (ο Ουάσινγκτων, νομίζοντας ότι η γαλλική ονομασία ήταν Ιλ Νουάρ, την ανέφερε ως "Μαυρονήσι" [Μπλακ Αϊλαντ]), το μικρό εκστρατευτικό σώμα επέστρεψε στον Ποταμό Οχάιο και έκτισε ένα μικρό οχυρό, το "Φρούριο Αναγκαιότης," στην παράκτια πλευρά του, επί του οποίου ύψωσε την αγγλική σημαία. Ενα δεύτερο οχυρό ξεκίνησε να γίνεται, και εγκαταλείφθηκε λίγο πιο πέρα νοτίως του ποταμού, με το όνομα Πρίγκηψ Γεώργιος.

         Δεν ήταν, ασφαλώς αναμενόμενο η γαλλική κυβέρνηση στο Κεμπέκ να κάθεται να παρατηρεί ήσυχα - ήσυχα, επιτρέποντας να περάσει η δραστηριότητα αυτή χωρίς κανένα έλεγχο. Ενα στράτευμα εστάλη στον άνω Οχάιο (το μέρος που σήμερα ονομάζεται Αλλεγκένυ), όπου είχαν μόλις εγκατασταθεί τα προκεχωρημένα φυλάκια της Βιρτζίνιας από την ιδιωτική εκστρατεία του Ουάσινγκτων, και επετέθη στο Φρούριο Αναγκαιότης, συλλαμβάνοντας όλους όσοι ήσαν μέσα, και φέροντάς τους αιχμαλώτους στο Κεμπέκ. Ο ίδιος ο Ουάσινγκτων διέφυγε, και επέστρεψε στην Βιρτζίνια παραπονούμενος κατά των γάλλων, που εισέβαλαν στην δική τους επικράτεια.

         Προκειμένου να προστατεύσει τον Ποταμό Οχάιο έναντι περαιτέρω επιθέσεων από τους υπερεπιθετικούς βιρτζινιώτες, ο Καναδάς αποφάσισε υπέρ της ανάγκης οχυρώσεως του άνω Ποταμού Οχάιο, σε ένα σημείο που θα μπορούσε να απειλεί ευθέως την Βιρτζίνια. Αυτή η τοποθεσία βρέθηκε στην θέση του εγκαταλειμένου Φρουρίου Πρίγκηψ Γεώργιος, όπου ο Ποταμός Μονονγαχέλας, κυλώντας από την γενική κατεύθυνση της Βιρτζίνιας και της Μαίρυλαντ, χύνεται στον Οχάιο. Εδώ υψώθηκε το Φρούριο Ντυκαίν, φέρνοντας τον γαλλικό οχυρωματικό δακτύλιο πραγματικά πολύ κοντά στις αγγλικές εγκαταστάσεις, σε εύκολη, πράγματι, απόσταση κτυπήματος.

         Ο κυβερνήτης Ντινγουίντι, έχοντας δεχθεί τα παράπονα του Ουάσινγκτων κατά των γάλλων, θεώρησε αυτή την νέα κίνηση ως πρόσκληση για περαιτέρω εχθροπραξίες, και έστειλε τον Στρατηγό Μπράντοκ με ένα σώμα μερικών χιλιάδων ανδρών να εισχωρήσουν στα βουνά και να κυριεύσουν το Φρούριο Ντυκαίν. Ο Γεώργιος Ουάσινγκτων έγινε συνταγματάρχης σε αυτό το στράτευμα, και πήγε μαζύ κυρίως ως οδηγός της εκστρατείας.

         Η παρουσία μιας μεγάλης στρατειάς ερυθροχιτώνων προκάλεσε την εχθρότητα όχι μόνο των γάλλων, παρά και των ορεινών φυλών επίσης, που ήσαν τώρα αναγκασμένες να λάβουν υπ' όψη την εισβολή στο έδαφός των. Οι άλικες στολές των βρεταννών στρατιωτών αποτελούσαν θαυμάσιο στόχο για τους ινδιάνους, και, σε ένα σημείο όπου ο στρατός των εισβολέων περνούσε μέσα από ένα μεγάλο ξέφωτο, οι φυλετικοί κατάφεραν να τους κυκλώσουν, και, πυροβολώντας πίσω από τα δένδρα, σκότωσαν ολόκληρο το στράτευμα. Το μόνο μέρος της στρατειάς του Μπράντοκ που διέφυγε αυτό το μακελειό ήταν το τμήμα υπό τις διαταγές του Ουάσινγκτων, το οποίο κατέφυγε στα δένδρα με το πρώτο σημείο κινδύνου, ακολουθώντας την πολεμική μέθοδο των ίδιων των φυλών, προς την οποία ο Ουάσινγκτων είχε εξοικειωθεί από την προηγούμενη εκστρατεία του στον Ποταμό Οχάιο.

         Το μικρό τμήμα που απέμεινε από την εκστρατεία του Μπράντοκ δεν μπορούσε καλά να επελάσει κατά του Φρουρίου Ντυκαίν, και ο Ουάσινγκτων, με μεγάλη δυσκολία, οδήγησε την δύναμή του πίσω στην Βιρτζίνια, κατηγορώντας τους γάλλους για την επίθεση των ερυθρών φυλών, των οποίων η επικράτεια είχε μόλις προσβληθεί. Το περιστατικό αυτό, βέβαια, χρησίμευσε απλώς στην αύξηση της εντάσεως μεταξύ των άγγλων και των γάλλων στην Αμερική, και κατέληξε σε αμοιβαίες επικρίσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών τους μητροπόλεων.

        Η σημαντική νίκη των ορεινών ερυθρών φυλών επί του βρεταννικού στρατού οφειλόταν αναμφιβόλως στην επιμονή του τελευταίου να δώσει μάχη σε ανοικτό χώρο, ένα είδος τακτικής που ήταν ίσως καλό στην Ευρώπη του δεκάτου ογδόου αιώνα, αλλά που δεν ωφελούσε και πολύ έναντι των φυλετικών πολεμικών τακτικών. Το πλεονέκτημα του Ουάσινγκτων έγκειτο προφανώς στο ότι είχε μάθει να αντιγράφει τις μεθόδους των φυλών, και όχι σε καμμιά ιδιαίτερη ατομική ανωτερότητα, παρ' ότι η ικανότητά του να σώσει το υπ' αυτόν στρατιωτικό απόσπασμα, του προσπόρισε την φήμη της στρατιωτικής ιδιοφυίας. Εως τώρα, είχε φανεί απλώς ικανός στην διεξαγωγή πολέμου ενός ανδρός, και στο να ξεκινά από μόνος του μεγαλύτερες διεθνείς επιπλοκές απ' όσες είχαν μπορέσει γενικώς να δημιουργήσουν οι συνδυασμένες προσπάθειες πολλών πολιτικών ανδρών.

         93. Ο Μεγάλος Πόλεμος του Οχάιο Ξεκινά.  Καθώς είδαμε, η ειρήνη του 1748 μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας θεωρήθηκε από όλες τις πλευρές ως ένα διάλειμμα απλώς, εν όψει μιας τελικής μάχης. Η αποβολή των ακάδων συνέτεινε κατά πολύ στην όξυνση της εντάσεως μεταξύ άγγλων και γάλλων. Και οι αψιμαχίες του Ποταμού Οχάιο την τέντωσαν μέχρι σημείου ρήξεως.

         Η Βιρτζίνια και ο Καναδάς ήσαν ήδη, ουσιαστικά, εμπόλεμες, αν και η κατάσταση δεν ίσχυε στις μητροπόλεις τους, ή στις βόρειες αγγλικές αποικίες. Εν τούτοις, μια τέταοια κατάσταση πραγμάτων σήμαινε ότι η κήρυξη του πολέμου θα ήταν αναπόφευκτη, και όλες οι ερυθρές φυλές στο ανατολικό τμήμα της Αμερικής ήσαν έτοιμες να παραταχθούν με την μία ή την άλλη πλευρά. Οι Ιρόκοι, φυσικά, ήσαν έτοιμοι, βάσει της συμμαχίας του 1634, να συμμερισθούν την τύχη της Αγγλίας μόλις ο πόλεμος θα γινόταν επίσημος, ενώ οι Λενάπες και οι Σώουνοι της περιοχής του Οχάιο, και οι φυλές των Πενακούκων της Νέας Αγγλίας, ήσαν έτοιμοι να πάρουν το μέρος των γάλλων―όχι γιατί τους συμπαθούσαν, παρά μάλλον επειδή υπήρχαν προηγούμενα με τους άγγλους, περιλαμβανομένης της σχετικά πρόσφατης σφαγής του Νόρριτζγουοκ. Οι Χουρόνοι βορείως των ορέων Αντιροντάκ, και οι Γουαμπανάκες του Μαίην, ήσαν κατ' ουσίαν τώρα πλέον δουλοπάροικοι των γάλλων, και θα εσύροντο φυσικώ τω λόγω στον πόλεμο.

         Οι πάντες, περιλαμβανομένης και της Ομοσπονδίας Πενακούκ, συνειδητοποιούσαν ότι τώρα επέκειτο μια τελειωτική μάχη, όπου θα παίζονταν όλα για όλα. Οι Οκαμακαμμεσσέτοι, εν όψει αυτής της προοπτικής, ενίσχυσαν και στερέωσαν την οργάνωση των θετών μελών τους, ώστε αυτά να μπορούν να συνεχίσουν την κοινωνική δομή και τις αρχές της "Μεγάλης Φυλής," έστω και αν τα γνήσια μέλη της φυλής εξολοθρεύοντο κατά τον επερχόμενο πόλεμο. Και τα θετά αυτά μέλη, ζώντας μέσα σε μια φύσει εχθρική κοινότητα, συντονίζοντο προς τον σκοπό συνεχίσεως του πολέμου απεριόριστα εναντίον των κυρίαρχων διοικήσεων της Νέας Αγγλίας, και ιδίως κατά της βρεταννικής κυριαρχίας στην γενέτειρα των Οκαμακαμμεσσέτων Μασσαχουσέττη. Η ένωση ήταν έτσι παγιωμένη, ώστε θα μπορούσε να συνεχίσει να λειτουργεί και να μεταδίδει την παράδοση της ελυθερίας και της λαϊκής διακυβερνήσεως, χωρίς την άμεση καθοδήγηση των γνήσιων ερυθροδέρμων, καθώς ήσαν μάλλον εκπαιδευμένοι να ασκούν οι ίδιοι την καθοδήγηση της κοινότητάς των. Αντίθετα από την παρόμοια κοινωνία που είχε σχηματισθεί για παρόμοιους λόγους από τους Λενάπες, η προσεκτική διδασκαλία των βασικών αρχών ήταν προϋπόθεση της συμμετοχής ως μέλους, η οποία ήταν πολύ περιορισμένη, προκειμένου να διατηρήσουν το υψηλό επίπεδο εκείνων των αρχών, που αυτή η ίδια οργάνωση, λειτουργώντας με το όνομα της αρχικής ερυθράς φυλής, οι Οκαμακαμμεσσέτοι, τήρησε διαρκώς με πάθος και πολέμησε πάντοτε γι' αυτές.

         Εν τω μεταξύ, η Αγγλία και η Γαλλία ήσαν απησχολημένες να στρατολογούν τους συμμάχους των, από την δική τους πλευρά του ωκεανού. Η Αγγλία θυμήθηκε σε αυτήν την καμπή πως είχε δικαιώματα στην Ινδία, που τελούσε τότε εν πολλοίς υπό γαλλική κατοχή, ενώ η Γαλλία καλούσε τις συμμάχους της, Ισπανία και Αυστρία, να βοηθήσουν σε περίπτωση κινδύνου. Την ίδια ώρα, μερικά αυστριακά συντάγματα έστειλαν στην αυτοκράτειρά τους μια έμμετρη αίτηση ζητώντας της να μείνει εκτός εχθροπραξιών "Μαρία Θηρεσία, στην μάχη μην πας," αλλά μάταια. Η Πρωσσία από την άλλη, βρήκε την ώρα να θυμηθεί τις διεκδικήσεις της επί της Σιλεσίας, κι έτσι άρχισε ο καυγάς για το ζήτημα αυτό, ενώ, στην προσπάθεια συγκεντρώσεως συμμάχων για την Αγγλία και την Γαλλία, ενεπλάκησαν ακόμη και η Πολωνία και η Ρωσία.

         Η αποτυχία των διαπραγματεύσεων για την τακτοποίηση της υποθέσεως του Οχάιο κατέληξε το 1756σε κήρυξη πολέμου, που συνεπήγετο ένα γενικόν αγώνα ανάμεσα στην όλη ομάδα των συμμάχων και από τις δύο πλευρές του ωκεανού. Ο πόλεμος αυτός, που ξεκίνησε για μια "απόπειρα αρπαγής εδάφους" στην άγνωστη τότε Κοιλάδα του Οχάιο, κατάφερε να διογκωθεί σε μια διαμάχη με την συμμετοχή μεγαλύτερου μέρους της γης από οιανδήποτε άλλη άλλη σύγκρουση σε ολόκληρη την ιστορία του κόσμου. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ενεπλάκησαν σε αυτή την σύρραξη δεν είχαν ποτέ ακουστά το Οχάιο, και δεν είχαν ιδέα πού βρισκότανε. Ακόμη και ο πολύς Βολταίρος προέβη στην δήλωση ότι η Αγγλία πολεμούσε την Γαλλία για "μερικά στρέματα χιόνι στον Καναδά."

         Αυτός ήταν ο Μεγάλος Πόλεμος του Οχάιο, μια από τις σπουδαιότερες συγκρούσεις στην ιστορία του κόσμου, περισσότερο γνωστός στην Αμερική ως ο Γαλλικός και Ινδικός Πόλεμος, και στην Ευρώπη ως ο Επταετής Πόλεμος.

         94. Εισβολή στην Ιροκέζικη Επικράτεια.  Οπως στην περίπτωση του Πολέμου της Κοιλάδας Χούντσον, η γη της Ιροκέζικης Ομοσπονδίας ήταν η χώρα κλειδί, και τόσο οι άγγλοι όσο και οι γάλλοι εισέβαλαν στην περιοχήν αυτή προκειμένου να καταλάβουν στρατηγικά σημεία για οχύρωση. Ετσι, οι άγγλοι έκτισαν το Φρούριο Στάνγουιξ στον άνω Ποταμό Μοχώουκ, και οχύρωσαν ακόμη για δική τους χρήση την ιροκέζικη πόλη Οσβέγο, στην Λίμνη Οντάριο, ενώ οι γάλλοι, ανηφορίζοντας προς την Λίμνη Τσάμπλαιην, κατέλαβαν την ιροκέζικη πόλη της Τικοντερόγας σε αυτήν την λίμνη, και εκεί ήγειραν το Φρούριο Καριγιόν, εις απάντηση του οποίου οι άγγλοι οικοδόμησαν το Φρούριο Ουίλλιαμ Χένρυ στην άκρη της Λίμνης.

         Σε άλλα μέρη του εκτεταμένου μετώπου της αγγλικής επικρατείας, οι ερυθρόδερμοι σύμμαχοι και των δύο πλευρών αναζητούσαν τις προσφερόμενες για εχθρικά κεφάλια αμοιβές, και εντρυφούσαν σε άλλες μεθόδους πολέμου καινούργιες γι' αυτούς, αλλά προτεινόμενες από τους λευκούς, που δεν σταματούσαν μπροστά σε τίποτε προκειμένου να κατακτήσουν τους σκοπούς των μέσω των φυλών, εναντίον των οποίων θα εστρέφοντο εκ των υστέρων. Η αγγλική εισβολή στο ιροκέζικο έδαφος υπήρξε ενδεικτική του πόσο λίγο σεβαστά ήσαν τα δικαιώματα ακόμη και των συμμάχων από μέρους των λευκών σε εκείνον τον πόλεμο. Και οι άγγλοι, προκειμένου να δικαιολογήσουν τέτοιες ενέργειες, επινόησαν την ιστορία πως τάχα οι Ιρόκοι στάθηκαν ψεύτικοι σύμμαχοι.

         Το αποτέλεσμα της διαμάχης των άγγλων με τους ίδιους τους συμμάχους των, τους Ιρόκους, ήταν να κυριεύσουν οι γάλλοι τα περισσότερα εγγλέζικα οχυρά σε ιροκέζικη επικράτεια, στην διάρκεια των πρώτων χρόνων του πολέμου. Το Οσβέγο έγινε γαλλική προφυλακή υπό το όνομα Σουεγκέν. Το Φρούριο Ουίλλιαμ Χένρυ παραδόθηκε στον γάλλο στρατηγό Μονκάλμ, αφού το είχε πολιορκήσει με την βοήθεια των Χουρόνων συμμάχων του. Οι Χουρόνοι όμως δεν ελήφθησαν υπ' όψη στους όρους της παραδόσεως, κι έτσι θεωρούσαν όσους ήσαν μέσα στο φρούριο ως εχθρούς ακόμη. Κατά συνέπειαν, όταν οι τελευταίοι εκκένωσαν το οχυρό, εσφαγιάσθησαν από τους Χουρόνους―κάτι που πιθανότατα είχε σκοπίμως σχεδιάσει ο Στρατηγός Μονκάλμ. Εν πάση περιπτώσει, οι Χουρόνοι εισέπραξαν δεόντως από την διοίκηση του Κεμπέκ την αμοιβή τους για τα κεφάλια των εχθρών.

         Εν τω μεταξύ, οι Ιρόκοι, κάθε άλλο παρά ψεύτικοι σύμμαχοι, κατατρίβοντο στα μετόπισθεν με την αποκοπή των γαλλικών επικοινωνιών, και, παρενοχλώντας τους Λενάπες και Σώουνους, με την προστασία σε μεγάλη έκταση των δυτικών οικισμών της Βιρτζίνιας από επιδρομές. Εν τούτοις, οι επιδρομές για το κυνήγι κεφαλών ήσαν συχνές τόσο στους αγγλικούς, όσο και στους γαλλικούς οικισμούς, όπως άλλωστε και στους προηγουμένους διαποικιακούς πολέμους, και τα "τουβλόσπιτα," καθώς και ένας ορισμένος τύπος μικροσκοπικού πέτρινου κάστρου, συναντώντο σε κάθε πόλη των λευκών ως αμυντικά μέσα. Το μικρό πέτρινο κτίσμα στο Νούπορτ, που σήμερα αποδίδεται στους παλαιούς νορβηγούς, είναι μάλλον αυτής της προελεύσεως.

         Η ανατολική όχθη της Λίμνης Τσάμπλαιην ήταν επικράτεια της Ομοσπονδίας Πενακούκ, και για τούτο ουσιαστικά υπό γαλλική κατοχή για τους σκοπούς του πολέμου, αφού η Ομοσπονδία Πενακούκ πολεμούσε κατά των άγγλων, αλλά όχι υπέρ των γάλλων. Η περιοχή αυτή, φυσικά, κατέστη επίσης στρατηγικό σημείο, που εποφθαλμιούσαν οι άγγλοι χάριν της ελπίδας που προσέφερε για την ανάκτηση του αγγλικού ελέγχου επί της επικρατείας των Ιρόκων. Εν τούτοις, ο ορεινός χρακτήρας της χώρας καθιστούσε την επίθεση δύσκολη.

         Η ιροκέζικη δραστηριότης στα ενδότερα είχε επιτύχει, το 1758, να διακόψει εντελώς τις επικοινωνίες μεταξύ των γαλλικών προφυλακών στην περιοχή. Μια δεύτερη εξόρμηση εστάλη κατά του Φρουρίου Ντυκαίν, από την Πεννσυλβανία αυτήν τη φορά. Και τώρα είχε την προστασία του ιροκέζικου στρατού, ο οποίος απέτρεψε την επανάληψη μιας πανωλεθρίας σαν εκείνη που είχε συμβεί στην εκστρατεία του Μπράντοκ το 1755. Με την προστασία και την βοήθεια της Ομοσπονδίας των Ιρόκων, η Πεννσυλβανία πολιόρκησε το φρούριο, που είχε ήδη εξασθενίσει από το σπάσιμο των επικοινωνιών, και το Φρούριο Ντυκαίν παραδόθηκε μετά από λίγο στην στρατειά από την Φιλαδέλφεια. Κατελήφθη τώρα ως βρεταννικό οχυρό, και μετωνομάσθηκε Φρούριο Πιττ, από τον βρετανό πρωθυπουργό. Οικιστές από την Πεννσυλβανία μεταφέρθησαν για να δημιουργήσουν ένα νέο οικισμό στον Ποταμό Οχάιο, και η πόλη που ίδρυσαν ονομάσθηκε [Πόλη του Πιττ] Πίττσμπουργκ.

         Η στρατηγική αυτή απέβη η κρίσιμη καμπή του πολέμου. Τα γαλλικά φρούρια μέσα στην ιροκέζικη περιοχή, Σουεγκέν και Καριγιόν, ύστερα από λίγο υπέκυψαν στην συνδυασμένη επίθεση άγγλων και Ιρόκων, ενώ οι ιροκέζικες επιδρομές κρατούσαν τους γάλλους απασχολημένους στον Καναδά.

         Η επιτυχία έδωσε στην Αγγλία την δυνατότητα να συγκεντρώσει τις ενέργειές της στην άλλη πλευρά της υφηλίου, προσβάλλοντας τους γάλλους στην Ινδία. Ενώ οι γάλλοι, αντίθετα, αναγκάσθησαν να αποσύρουν εν μέρει τον στρατό τους από την Ινδία, προκειμένου να ενισχύσουν την άμυνα του Καναδά έναντι των άγγλων και των Ιρόκων. Με αυτόν τον τρόπο, η ιροκέζικη βοήθεια στην Αμερική έκανε δυνατή την κατάκτηση της Ινδίας από την Αγγλία, καθιστώντας αυτήν την τελευταία παγκόσμια δύναμη. Η Αγγλία απέκτησε μια παγκόσμια αυτοκρατορία την οποία οφείλει κυρίως στην Ομοσπονδία των Ιρόκων.

         95. Η Ευλογιά του Αμχερστ.  Το 1758 η αδυναμία των Πενακούκων υπέρ της ειρήνης είχε αρχίσει να εκδηλώνεται, και η Ομοσπονδία Πενακούκ προσπαθούσε να διαπραγματευθεί την ειρήνη. Ο Λόρδος Τζόφφρεϋ Αμχερστ, που ήταν υπεύθυνος για τις βρεταννικές επιχειρήσεις κατά των φυλών στην περιοχή εκείνη, υποκρινόμενος ότι προχωρούσε στις διαπραγματεύσεις, παρουσίασε μεγάλες ποσότητες από κουβέρτες στα μέλη των διαφόρων φυλών των Πενακούκων ως δώρα ειρηνικών προθέσεων. Οι κουβέρτες αυτές, όμως, είχαν όλες προηγουμένως μολυνθεί με ευλογιά, και ελαμβάνοντο ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τον χειρισμό τους από τους βρεταννούς στρατιώτες, ώστε να αποφύγουν την μόλυνση. Καθώς οι ευθρόδερμοι είχαν πολύ λιγώτερη ανοσία στην αρρώστεια αυτή από τους λευκούς, η επιδημία εξολόθρευσε τον πληθυσμό της Ομοσπονδίας μέσα σε λίγους μήνες, αφήνοντας μόνο τις μικρές ομάδες που είχαν εγκαταλείψει τις κυρίως φυλές και ζούσαν κοντά στους λευκούς οικισμούς, έχοντας υιοθετήσει τρόπους των λευκών.

         Τα θετά μέλη των Οκαμακαμμεσσέτων, που τώρα πλέον, αν και λιγοστοί αριθμητικά, είχαν συντονισθεί έτσι που να μπορούν να αναδεχθούν ολόκληρη την φυλετική δομή, ήσαν το μόνο κομμάτι που είχε απομείνει από την κοινωνία είτε της Μεγάλης Φυλής είτε της Ομοσπονδίας Πενακούκ. Αυτοί όμως, εργαζόμενοι ως όφειλαν μέσα στους αγγλικούς οικισμούς της Μασσαχουσέττης, προέβαιναν στην συνέχιση του έργου της Ομοσπονδίας Πενακούκ, και εξέλεξαν για λογαριασμό τους ένα Μπασάμπα, σε μια πόλη του βορείου Μιντλέσσεξ ονόματι Γκρότον. Ο νεοεκλεγείς Μπασάμπας καταγόταν εν μέρει από τους παληούς Οκαμακαμμεσσέτους, αλλά στο εξής η φυλή των Οκαμακαμμεσσέτων όφειλε να αναλάβει τις λειτουργίες της Ομοσπονδίας Πανακούκ με μέλη λευκούς ανθρώπους που είχαν μυηθεί και υιοθετηθεί στην φυλή, οι οποίοι δια της υιοθεσίας όμως αυτής εθεωρούντο ερυθρόδερμοι. Επιστεύετο ότι ήταν μια κατασκοπευτική οργάνωση μέσα σε εχθρικό έδαφος, όπως ακριβώς είχαν λειτουργήσει προηγουμένως τα θετά μέλη, διατηρώντας μυστική αυτή τους την ιδιότητα, σε μεγάλη έκταση ακόμη και ο ένας από τον άλλο. Με αυτήν τη μορφή οι Οκαμακαμμεσσέτοι λειτουργούν μέχρι σήμερα στην Αμερική, ιδιίως δε στην Μασσαχουσέττη.

         Η επικράτεια των Πενακούκων στην βόρεια Νέαν Αγγλία, που εκκενώθηκε έτσι από τα αποτελέσματα της προδοτικής ευλογιάς του Αμχερστ, καταλήφθηκε αμέσως από Γιάνκηδες οικιστές από όλες τις αποικίες της Νέας Αγγλίας. Η ίδια η πρωτεύουσα Πενακούκη έγινε πόλη του Νέου Χαμπσάιρ υπό το όνομα Ρούμφορντ. Ομως η περιφέρεια Βινούσκι, μεταξύ του Ποταμού Κοννέκτικατ και της Λίμνης Τσάμπλαιην, που, όπως είδαμε, ήταν σημαντική στρατηγική τοποθεσία για τους άγγλους, όχι μόνο οικίσθηκε από μια μεγάλη γιάνκικη αποικία, παρά και φρουρήθηκε από ένα εθελοντικό ορειβατικό στρατό, που διεξήγε κλεφτοπόλεμο κατά των γάλλων, οι οποίοι παρέμεναν ακόμη γύρω από τα Πράσινα Ορη. Ο στρατός αυτός εκαλείτο από τους γάλλους Βερμοντιέροι (εκ του Βερ Μον, δηλαδή Πράσινα Ορη). Οι οικιστές, φέροντας τα έθιμα και τους θεσμούς των Γιάνκηδων, οργανώθησαν αμέσως, όπου εγκαταστάθησαν, σε δημοτικές συνελεύσεις βάσει του κανονικού σχεδίου της Νέας Αγγλίας, και συγκρότησαν μια προσωρινή επαρχιακή κυβέρνηση, που, από τον τίτλο των Βερμοντιέρων που τους εδόθη από τον εχθρό, πήρε το όνομα Βέρμοντ. Αυτή η κυβέρνηση δεν αναγνωρίσθηκε ποτέ από την Αγγλία, η οποία αποπειράθηκε επανειλημένα να θέση το Βέρμοντ υπό τον έλεγχο της άμεσης βρεταννικής εξουσίας, και η οποία εξ ίσου συχνά αποκρούσθηκε από τον λαό του Βέρμοντ, παρά την δηλωμένη υποταγή τους στην Αγγλία. Επρόκειτο ξανά για μια περίπτωση αποικίας του Πλύμουθ, με την διαφορά ότι το Πλύμουθ δεν συνάντησε ποτέ πραγματική αντίθεση από μέρους της Αγγλίας, ενώ το Βέρμοντ λειτουργούσε την τοπική του διοίκηση απέναντι στην διαρκή αντίθεση της μητροπόλεως. Εκεί και τότε, το 1758, συγκροτήθηκε η πρώτη ανεξάρτητη διοίκηση των λευκών στην Αμερική, και εκεί φυτεύθηκε ο σπόρος της επαναστάσεως που έμελλε αργότερα να φέρει την ανεξαρτησία στις αμερικανικές αποικίες. Το Βέρμοντ παρέμεινε ανεξάρτητη δημοκρατία, χωρίς καμμία αναγνώριση, και σε διαμάχη με τους γείτονές του, από το 1758 μέχρι το 1790, οπότε τελικά υπέκυψε στην προσάρτησή του στις Ηνωμένες Πολιτείες.

         96. Κατάληψη του Καναδά.  Ενα άμεσο αποτέλεσμα της κατοχής της περιοχής των Πρασίνων Ορέων (Βέρμοντ) ήταν ότι η αγγλική πλευρά βρέθηκε ξαφνικά κάτοχος μιας σπουδαίας θέσεως που αντίκρυζε άμεσα την καναδική πρωτεύουσα, το Κεμπέκ. Οι αποικίες της Νέας Αγγλίας δεν χρειάζονταν πλέον να αμύνονται έναντι εξορμήσεων από μέρους των φυλών, ενώ, με την κατάληψη του Λούισμπουργκ για τρίτη φορά από τις δυνάμεις της Μασσαχουσέττης, το Κεμπέκ αποκόπηκε σχεδόν πλήρως από κάθε επικοινωνία με την Γαλλία. Το Κεμπέκ δέχθηκε επίθεση εξ ανατολών από τα στρατεύματα της Νέας Αγγλίας (υπό την αρχηγία τώρα ενός βρεταννού στρατηγού, του Γουλφ), εκ νότου από τους "Βερμοντιέρους," και εκ δυσμών από τους Ιρόκους. Η πόλη ήταν, εν τούτοις, οχυρωμένη καλά, και μπόρεσε να ανθέξει την πολιορκία. Μια άκαιρη, όμως, έξοδος της τοπικής φρουράς τον Σεπτέμβριο του 1759 κατέληξε στην οριστική ήττα των καναδικών δυνάμεων στην μάχη των Υψωμάτων του Αβραάμ, όπου και έπεσαν αμφότεροι οι στρατηγοί, Γουλφ και Μονκάλμ. Το Κεμπέκ κυριεύθηκε, και τούτο, παρ' ότι δεν σήμαινε αυτομάτως την κατάκτηση ολοκλήρου του Καναδά, στάθηκε το τέλος της οργανωμένης γαλλικής διοικήσεως στον Καναδά. Τα υπόλοιπα γαλλικά οχυρά στον Καναδά απομονώθησαν τότε και κυκλώθησαν από τους Ιρόκους, και γρήγορα παραδόθησαν στους άγγλους, οι οποίοι, το 1760, κατάφεραν να κυριεύσουν το Μοντρεάλ και το Ντητρόιτ, και κατόπιν να εξουδετερώσουν και να καταλάβουν όλα τα υπόλοιπα προκεχωρημένα γαλλικά φυλάκια στον Καναδά.

         Το 1760, επίσης, ένα αγγλικό εκστρατευτικό σώμα εστάλη να πλεύσει τον Μισσισσιππή προκειμένου να εκκαθαρίσει οριστικά την κοιλάδα από τα γαλλικά οχυρά, πράγμα εύκολο, αφού οι γάλλοι τώρα πλέον δεν μπορούσαν να βασίζονται στην βοήθεια από τον Καναδά όπως πρωτύτερα. Ηταν τέτοια η άγνοια στην Αγγλία σχετικά με την αμερικανική γεωγραφία, που ο στόλος αυτός εστάλη με διαταγές να πάρει όλες τις γαλλικές θέσεις στον Μισσισσιππή προς βορράν μέχρι την εκβολή του Γάγγη! Εν τούτοις, η κατάληψη της κοιλάδας του Μισσισσιππή κατορθώθηκε σχετικά εύκολα, και η γαλλική κυριαρχία εξαλείφθηκε από την Βόρεια Αμερική.

         Οι βρεταννικές δυνάμεις μπορούσαν τώρα να στρέψουν την προσοχή τους στην Ισπανία. Οι τζωρτζιάνοι κυρίευσαν την Φλόριδα, η οποία έχανε συνεχώς έδαφος αφ' ότου αποικίσθηκε η Τζώρτζια, και ακόμη πιο πριν. Κατόπιν εστάλη μια στρατειά δια των Στενών της Φλόριδας, κατέλαβε την Αβάνα, και τελικά κατέκτησε ολοσχερώς την Κούβα.

         97. Η Ειρήνη του 1763.  Ο Μεγάλος Πόλεμος του Οχάιο, που τραβούσε ακόμη σε μάκρος στην Ευρώπη, είχε ήδη καταλήξει στην πτώση της γαλλικής αυτοκρατορίας στην Αμερική και την Ινδία. Οι επιδρομές των φυλών εναντίον των μέσων αγγλικών αποικιών εξακολουθούσαν, κατά τα άλλα όμως ο πόλεμος είχε ουσιαστικά τελειώσει.

 

Την άνοιξη του 1763, η Αγγλία εξανάγκασε τελικά τις κατακτημένες χώρες να υπογράψουν μια συνθήκη ειρήνης στο Παρίσι. Η συνθήκη μετέφερε περισσότερα εδάφη απ' όσα άλλαξαν ποτέ χέρια στην παγκόσμια ιστορία. Βάσει αυτής, η Γαλλία παραιτήθηκε από τις διεκδικήσεις της στην Αμερική και την Ινδία. Η Ισπανία, ωστόσο, θεωρήθηκε ως θύμα γαλλικής πλεκτάνης, και της επετράπη όχι μόνο να διατηρήσει όλη την γη της, παρά να καταλάβει μάλιστα και γαλλική επικράτεια. Κατ' ακολουθίαν, όλη η γαλλική επικράτεια στην Αμερική ανατολικά του Μισσισσιππή εδόθη στην Αγγλία, και όλη δυτικά του Μισσισσιπή εδόθη στην Ισπανία. Η Ισπανία παραιτήθηκε μόνον από την Φλόριδα.

 

Ετσι έληξε η μεγάλη γαλλική αυτοκρατορία στην Βόρεια Αμερική, και έτσι άρχισε η σταδιοδρομία της Μεγάλης Βρεταννίας ως παγκόσμιας αυτοκρατορίας. Τα έθνη των Αλγονκίνων, που είχαν βασιστεί στην Γαλλία για προστασία, έμειναν ξαφνικά ξεκρέμαστα, και μάλιστα παρεδόθησαν ουσιαστικά δια της συνθήκης ως υποτελείς στην Αγγλία, ενώ οι αγγλικές αποικίες, μη φοβούμενες πλέον επιθέσεις είτε από τις φυλές είτε από τους γάλλους, δεν είχαν πια ανάγκη της αμυντικής δυνάμεως της μητέρας πατρίδας. Ο Βερζέν, ο γάλλος πρωθυπουργός, έννοιωσε εξ αυτού, πως οι αρχικά αγγλικές αποικίες δεν επρόκειτο να παραμείνουν πιστές στην Αγγλία, και, μόλις υπέγραψε την ειρηνευτική συνθήκη, προέβη στην προφητική δήλωση: "Υπέγραψα την ήττα των."

 

Κεντρική Σελίδα    Περιεχόμενα    Επόμενο