Κεντρική Σελίδα των Αρχείων      Περιεχόμενα       Επόμενο Κεφάλαιο

ΟΙ ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

W. J. Sidis

Μετάφραση: Γεωργία Ερατώ Τριανταφυλλίδη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΠΙΣΚΑΤΑΚΟΥΑ ΚΑΙ ΜΑΣΑΝΤΣΟΥ

        29. Αλωση της Πισκατάκουας.  Σχεδόν αμέσως μετά τον σχηματισμό της Ομοσπονδίας των Πενακούκων, νέοι εισβολείς ήλθαν από τον ωκεανό, αναφανδόν εχθρικοί αυτήν την φορά. Επρόκειτο για την Εταιρεία της Νέας Αγγλίας, μια εταιρεία με έδρα την Αγγλία, που διεκδικούσε την ακτή βορείως του Ποταμού Μερριμάκ, ασχέτως υφισταμένων κατοίκων, και ήταν αποφασισμένη να εξώσει τους υπάρχοντες κατόχους ως παρείσακτους. Με άλλες λέξεις, πήγαινε επί τούτου στην περιοχή της Πισκατάκουας για να κάνει πόλεμο εναντίον των κατοίκων της. Οι Προσκυνητές ήσαν πρόσφυγες, και η Αγγλία δεν αναγνώρισε ποτέ την κυβέρνησή τους, οπότε εκείνοι έκλιναν περισσότερο προς την ειρήνη, και ήσαν πιο πρόθυμοι να δεχθούν τις συμβουλές των Ερυθροδέρμων. Ομως οι Γκορτζ και Μαίησον, οι δύο κύριοι διευθυντές της Εταιρίας του Πλύμουθ, διατείνοντο ότι είχαν παραλάβει τους τίτλους από το αγγλικό στέμμα, που διατείνετο ότι του ανήκε η χώρα Πενακούκ εξ "ανακαλύψεως." Η εταιρεία αυτή είχε στήσει στην Αγγλία ολόκληρη οργάνωση, φεουδαρχικού τύπου, γαιοκτημόνων και δουλοπαροίκων, έτοιμη να μεταφυτευθεί αυτούσια στις ακτές της Πισκατάκουας. Επρόκειτο, στην πραγματικότητα, για μια απόπειρα ακριβούς επαναλήψεως στον βορρά του ίδιου αποικιοκρατικού σχεδίου, που είχε δοκιμασθεί με επιτυχώς κατασταλτικά αποτελέσματα στον νότο δώδεκα χρόνια πριν.

        Η πρώτη απόπειρα αποικισμού δεν έγινε στην Πισκατάκουα, παρά πιο ανατολικά, στην Πεμακουίντ, μέσα στην χώρα των Γουαμπανάκων. Τελικά, το 1621, αμέσως μετά τον σχηματισμό της Ομοσπονδίας Πενακούκ, έγινε απόβαση στο φυσικό λιμάνι της Πισκατάκουας, όπου καταλήφθηκε η γη και στις δύο πλευρές του ποταμού, από τον ωκεανό μέχρι μια γραμμή από έλη λίγα μίλια προς τα μέσα. Αυτή η σειρά των ελών, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου υδάτινου όγκου τον οποίον ονόμασαν Μεγάλο Κόλπο, χρησίμευσε στους εισβολείς ως αμυντικό τείχος έναντι των φυλών των Πενακούκων, που ανταπέδωσαν αμέσως την πολεμική στάση των εισβολέων, αν και διατηρούσαν ειρήνη με τους Προσκυνητές.

         Σε συμφωνία με τον φεουδαρχικό χαρακτήρα της αποικίας, ο Γκόρτζ και ο Μαίησον προέβησαν στον επιμερισμό της γης μεταξύ των πρακτόρων τους, διεκδικώντας τίτλους και μοιράζοντας μάλιστα γη που δεν είχαν στην πραγματική κατοχή τους, και καθιστώντας δουλοπάροικους εκείνους που είχαν φέρει μαζύ τους για να καλλιεργήσουν το έδαφος. Παραχωρούσαν πόλεις κατά τον παληό εγγλέζικο τρόπο. Και γενικά προσπαθούσαν να αναπαράγουν την βρεταννική μοναρχία στην χώρα των Πενακούκων. Οι ίδιοι οι διευθυντές κατέστησαν ηγεμόνες, ο Μαίησον παίρνοντας την δυτική πλευρά της Πισκατάκουας, και ο Γκορτζ την ανατολική. Ο Μαίησον ονόμασε την επικράτειά του Νέο Χαμπσάιρ, ως προερχόμενος από την Κομητεία του Χαμπσάιρ στην Αγγλία. Ενώ ο Γκορτζ χρησιμοποίησε τον τίτλο Γκορτζιάνα, καλύπτοντας χάρτινες ιδιοκτησίες που συνέπιπταν με τους εξ ίσου νεφελώδεις τίτλους της γαλλική Επαρχίας του Μαιν, όπως ήταν το όνομα που εχρησιμοποιείτο πλέον για την περιοχή αυτήν. Ο πρώτος οικισμός έγινε στην μεριά του Γκορτζ, ήταν ωστόσο επάνω στο ποτάμι, έτσι που δεν μπορούσαν να τον προσεγγίσουν οι άνθρωποι του Μαίησον. Αυτός, ο δεύτερος αγγλικός οικισμός στην χώρα των Πενακούκων, και ο πρώτος που αναγνωρίσθηκε επίσημα από την Αγγλία, έλαβε το όνομα Πισκατάκουα. Λίγο μετά, στα ανατολικότερα, κατακτήθηκε η πόλη των Αμπενάκων Ογκονκουίτη, και καταγράφηκε ομοίως ως αγγλική πόλη. Οι δουλοπάροικοι του Μαίησον, που έπρεπε να διασχίζουν συχνά το ποτάμι για να πάνε στην πόλη της Πισκατάκουας, γρήγορα συνενώθησαν στην δική τους πλευρά, την "όχθη της φράουλας" του ποταμού, απέναντι από την κύρια πόλη, και ονόμασαν την δική τους κωμόπολη όχθη της Φράουλας [Στρώμπερυ μπανκ]. Και οι τρεις αυτοί οικισμοί υπάρχουν ακόμα, αν και κανείς τους δεν απέβη σημαντικός. Και, πράγμα παράδοξο, κανένας δεν διατηρεί το αρχικό του όνομα. Η όχθη της Φράουλας λέγεται Πόρτσμουθ, η Πισκατάκουα είναι σήμερα Κίττερυ, και η Ογκονκουίτη φέρει τώρα το όνομα Υόρκη [Γιορκ].

         30. Οι Νήσοι Πωμονόκες.  Νοτίως της χώρας Πενακούκ υπάρχει μια νησιωτική αλυσίδα διακοσίων-κάτι μιλίων. Η νήσος των Μανισών, ένα μικρό νησί από αυτά απέναντι στον Κόλπο Ναρραγανσέττ, είχε οικισθεί από ένα κλάδο των Πεκώτων, και αυτοί υπήχθησαν υπό την Ομοσπονδία Πενακούκ, γεγονός που δημιούργησε μια βολική διαίρεση του αρχιπελάγους σε δύο τμήματα, τις Ανατολικές Πωμονόκες, υπό την επιρροή των Πενακούκων σε μεγάλη έκταση, και τις Δυτικές Πωμονόκες, υπό την επιρροή των Λενάπων κυρίως. Οι Ανατολικές Πωμονόκες είναι όλες μικρά νησιά, ενώ οι Δυτικές αποτελούνται από ένα μεγάλο νησί, την νήσο Πωμονόκη, τριγυρισμένο από μικροσκοπικά νησάκια. Μερικά από αυτά τα νησιά στο δυτικό άκρο του αρχιπελάγους πλησιάζουν πολύ κοντά στην καθεαυτού Αμερική. Το γεγονός όμως ότι είχαν δική τους στεριά ξέχωρα από την ήπειρο, έτεινε να τα απομονώνει περισσότερο παρά αν θα βρίσκοναν πιο πέρα από την Βόρεια Αμερική, όπως οι Ανατολικές Πωμονόκες. Οι τελευταίες, όπως ήταν φυσικό, επιχείρησαν να πάρουν τον δικό τους δρόμο, ακολουθώντας κάπως διαφορετικούς διαύλους από την Βόρεια Αμερική. Αν και αισθάνοντο συνδεδεμένες με την Αμερική, οι ίδιες επηρέαζαν γειτονικά μέρη της ηπειρωτικής χώρας, ιδίως την κάτω κοιλάδα Σατεμούκ και την χερσόννησο Κ[α]σκεσκάκ, που είναι κοντά στην νήσο Μανχάτταν, στο δυτικό άκρο του αρχιπελάγους. Ο νησιωτικός χαρακτήρας των εξελίξεων σε αυτή την περιοχή, και η τάση τους να παραμένουν χωρισμένες από την Βόρεια Αμερική, υπήρξαν τό ίδιο αξιοπρόσεκτες υπό λευκή κυριαρχία, όπως και προηγούμενα. Οι Δυτικές Πωμονόκες ήσαν ουσιαστικά σε στενότερη επαφή με την Ευρώπη, παρά με την Αμερική.

         Ισως θυμόμαστε ότι η νήσος Μανχάτταν, στο δυτικό άκρο αυτού του αρχιπελάγους, ήταν το σημείο, όπου πρωτοεισήχθη το πιοτό στους λαούς αυτής της περιοχής του κόσμου. Σε αυτό το ίδιο νησί, η Ολλανδική Εταιρεία Δυτικών Ινδιών εγκατέστησε ένα μικρό εμπορικό σταθμό το 1614.

         Οι Πωμονόκες Νήσοι, και δη οι Δυτικές Πωμονόκες, αλώθησαν το 1626 από μια ολλανδική ομάδα αποίκων, που αρχικά κυρίευσε την πόλη των Λενάπων Κομμουνιπώ στην στεριά δυτικά των νησιών, με το κύριο μέρος των αποίκων κινούμενο προς το Μανχάτταν, όπου εγκαταστάθησαν, υπό τον έλεγχο και την επιρροή του εμπορικού σταθμού της Εταιρείας Δυτικών Ινδιών. Η φυλή Μανχάτταν επέτρεψε γενναιόδωρα στους ολλανδούς να κατοικήσουν στο χαμηλότερο άκρο του νησιού, παίρνοντας ως αντάλλαγμα μια μικρή ποσότητα ρούμι και άλλα διάφορα πράγματα, συναλλαγή που οι ολλανδοί ερμήνευσαν ως αγορά του νησιού, ή (κατά μία εκδοχή) όσου μέρους του νησιού μπορούσε να καλύψει το τομάρι ενός ταύρου, που μεγιστοποιήθηκε με το κόψιμο του δέρματος σε λουρίδες. Η κωμόπολη που έστησαν οι ολλανδοί στο Μανχάτταν ονομάσθηκε Νέο Αμστερνατμ. Οι ολλανδοί δεν ήσαν ικανοποιημένοι με τον χώρο της κώμης, ωστόσο, και επέμεναν να καταλάβουν ολόκληρη την κοιλάδα του Σατεμούκ και όλες τις νήσους Πωμονόκες, διεκδικώντας μάλιστα και διάφορες τοποθεσίες στους Ποταμούς Κοννέκτικατ και Ντελαγουαίαρ. Οι Νήσοι Πωμονόκες εξερευνήθησαν, και μερικές από αυτές κατελήφθησαν ουσιαστικά, και πήραν νέα ονόματα. Ετσι, η Ακουεχόνγκα, στο νοτιοδυτικό άκρο της νησιωτικής αλυσίδας, ονομάσθηκε από την "Στάτεν-Γκενεράλ" (την Βουλή δηλαδή) της Ολλανδίας, με το όνομα Στάτεν Εϋλαντ [Στέητεν Αϊλαντ, Νήσος της Βουλής]. Η ίδια η νήσος Πωμονόκη ονομάσθηκε Λόνγκε Εϋλαντ [Μακρά Νήσος, η γνωστή Λονγκ Αϊλαντ], ενώ ο Πλοίαρχος Μπλοκ, που εξερεύνησε τις Ανατολικές Πωμονόκες, ονόμασε την νήσο Μανισείς, το νησό των Πεκώτων, με το όνομά του, και καταλαμβάνοντας μέρος ενός νησιού προς ανατολάς, το ονόμασε Νήσο του Μάρτιν Βάινγκωρντς. Αντικρύζοντας την νήσο Ακουιντνέκη, νοτίως του Κόλπου Ναρραγανσέττ, την βάφτισε Ρόοντε Εϋλαντ [Κόκκινη Νήσο, ή Ρεντ Αϊλαντ].

         Με την κυρίευση του Ποταμού Σατεμούκ (που τώρα έφερε το όνομα του Ερρίκου Χούντσον, η δήθεν "ανακάλυψη" του οποίου αποτέλεσε την βάση της διεκδικήσεως δικαιωμάτων επί της κοιλάδας από μέρους των Ολλανδών), επιχειρήθηκε η οργάνωση βάσει των ευρωπαϊκών φεουδαρχικών θεσμών, με την διανομή μεγάλων εκτάσεων γης στους "πατρώνους" εκείνους, που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν για λογαριασμό τους κολλήγους κατά τα πρότυπα των φεουδαρχικών υποστατικών, δια της αγοράς από τους ερυθροδέρμους. Η τελευταία προϋπόθεση, πάντως, αντικαθίστατο συνήθως από οποιοδήποτε είδος χαρτιού που υποτίθεται πως ήταν "ινδιάνικος τίτλος," το οποίο οι ίδιοι οι ερυθρόδερμοι θεωρούσαν προσφορά φιλοξενίας και όχι πώληση της γης τους – πράγματι, ήσαν εντελώς ανίκανοι να καταλάβουν την έννοια της αγοραπωλησίας. Ετσι ο Ποταμός Χούντσον πλαισιώθηκε με υποστατικά, μέχρις επάνω στο Νέο Pόττερνταμ (πρώην ιροκέζικη πόλη Σκανετάντη, σήμερα Αλμπανυ). Η εξουσία των "πατρώνων" χρειάσθηκε να τροποποιηθεί, πάντως, εν όψει της ασυμβατότητάς της με τα γειτονικά Γκανοβάνια έθνη.

         Οι ερυδρόδερμοι της Νήσου Μανχάτταν πέρασαν στην στεριά, όπου συνήφθη συνθήκη με τους Ολλανδούς, και ο τόπος ονομάσθηκε εξ αυτού Πίπα της Ειρήνης – στην δική τους γλώσσα, Χομπόκεν. Λίγο αργότερα όμως, ο ολλανδός κυβερνήτης Κίιφτ έστειλε τους άνδρες του μια νύκτα και κατέσφαξε όλο τον πληθυσμό. Λίγοι μονάχα διέφυγαν, αλλά διέδωσαν την ιστορία των γεγονότων, και τούτο συνέτεινε πολύ στην εχθρότητα όλων των υπολοίπων φυλών εναντίον όλων των λευκών οικιστών. Λίγο μετά, το Νέο Αμστερνταμ ύψωσε διπλό τείχος για να αμύνεται έναντι των λυσσαλέων τώρα ερυθρών γειτόνων του, και αυτό παρέμεινε για κάμποσο καιρό το βόρειο σύνορο της ολλανδικής πόλεως. Το κενό μεταξύ των πρώην τειχών ονομάζεται σήμερα Οδός Τείχους [Γουώλλ Στρήτ], και το πνεύμα του παραμένει πνεύμα οδοφράγματος εναντίον του λαού.

         31. Ανάπτυξη της Αποικίας των Προσκυνητών.  Το φθινόπωρο του 1621, λίγο μετά την δημιουργία της Ομοσπονδίας Πενακούκ, η προσκυνητική αποικία του Πλύμουθ εόρτασε την επέτειο της ημέρας που πρωτοαντίκρυσαν αμερικανική γη, με ένα τριήμερο εορτασμό ευχαριστιών για την ευτυχή έκβαση των πραγμάτων―οι ευχαριστίες όμως δεν απευθύνοντο στους Γουαμπανώγκ, όπως θα ώφειλαν. Πάντως, πολλοί από τους Γουαμπανώγκ είχαν προσκληθεί στο Πλύμουθ για να πάρουν μέρος στην εορτή, και η πανήγυρις των Προσκυνητών συγχωνεύθηκε με την αρχαία εορτή της σοδειάς των Γουαμπανώγκ.

        Στο μεταξύ, το Μαιηφλάουερ, το πλοίο που είχε μεταφέρει του Προσκυνητές, είχε επιστρέψει στην Αγγλία, και έφερε κι άλλους αποίκους στα ταξίδια που έκανε τα επόμενα λίγα χρόνια. Επρόκειτο κυρίως περί θρησκευτικών προσφύγων της ίδιας πίστεως με τους Προσκυνητές. Ετσι ιδρύθησαν περισσότερες πόλεις στην επικράτεια των Γουαμπανώγκ, και η πολιτική διοίκηση των Προσκυνητών, που άρχιζε τώρα να προσαρμόζεται πολύ στο πρότυπο των Πενακούκων, αν και διατηρούσε την σύνδεσή της με την εκκλησία, επεκτάθηκε σε μεγαλύτερη έκταση από πριν. Ομως, καθώς ήταν μια κυβέρνηση εκτός νόμου, από πρόσφυγες και για πρόσφυγες, η Αγγλία αρνείτο πεισματικά να την αναγνωρίσει.

         Πάντως οι εγγλέζικες αρχές διέκριναν όντως κάποια αξία στην εγκατάσταση των αιρετικών τους στις ακτές των Πενακούκων, και, ύστερα από λίγα χρόνια, στο πλοίο, μαζύ με τους θρησκευτικούς πρόσφυγες, επιβίβασαν και μερικούς ποινικούς καταδίκους. Οταν ξεμπάρκαραν στο Πλύμουθ, οι τελευταίοι ήσαν ανίκανοι να συμβιώσουν ειρηνικά με τους Προσκυνητές, και έφτιαξαν δική τους πόλη στην βόρεια άκρη της αποικίας, κυριεύοντας την πόλη Βεσσαουγούσκος των Μασάντσου, όπου εγκαταστάθησαν. (Αυτή η εγκατάσταση είναι σήμερα η πόλη Γουέημουθ, και εκείνο το τμήμα της πόλεως είναι γνωστό ως Γουεσαγκάσετ.) Οι καυγάδες τους με τις φυλές, περιλαμβανομένων πολλών περιπτώσεων απάτης, ληστείας, και ανθρωποκτονίας, όξυναν σημαντικά τις σχέσεις μεταξύ Πλύμουθ και Πενακούκων, αν και όλες οι διαφορές διευθετήθησαν τελικά. Εν προκειμένω, ο ίδιος ο Πασσακοναγουαίη ήσκησε την επιρροή του για την ειρήνη με τους Προσκυνητές, καίτοι η Ομοσπονδία διεξήγε ταυτόχρονα πόλεμο κατά του Νέου Χαμπσάιρ και της Γκορτζιάνας.

         32. Η Πουριτανική Εισβολή.  Το 1638 κατέφθασε μια άλλη ομάδα αποτελούμενη από, ας τους πούμε, ημι-πρόσφυγες, κάπως διαφορετικού πνεύματος από τους Προσκυνητές. Προήρχοντο από μια χωριστική ομάδα μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας της Αγγλίας, που ήταν ανεπιθύμητη στην Αγγλία, και τελούσαν επίσης υπό διωγμόν, αν και όχι όσο οι Προσκυνητές. Και, ενώ ουσιαστικά ήσαν πρόσφυγες, εστέλλοντο παρ' όλα αυτά υπό το σχήμα μιας εταιρείας που είχαν συγκροτήσει οι ίδιοι, ονόματι Εταιρεία του Κόλπου της Μασσαχουσέττης, με χάρτη παραχωρήσεως γης, παρόμοιο με εκείνον των Γκόρτζ και Μαίησον, που κάλυπτε την βόρεια ακτή του Κόλπου της Μασσαχουσέττης και εκτεινόταν απεριόριστα προς τα δυτικά. Ησαν λοιπόν θρησκευτικοί πρόσφυγες, διαφορετικοί όμως από τους Προσκυνητές κατά το ότι οι Πουριτανοί έρχονταν διεκδικώντας εδαφικά δικαιώματα εκ μέρους του αγγλικού στέμματος όπως οι βόρειοι γείτονές τους. Ετσι η Ομοσπονδία Πενακούκ δεν μπορούσε παρά να τους αντιμετωπίσει ως αδιάσπαστο μέρος των αποικιών της Πισκατάκουας, που ήσαν εχθροί της Ομοσπονδίας από τα 1621.

        Οι Πουριτανοί, με τον χάρτη τους, έφεραν στην επικράτειά των τους θεσμούς του Ανατολικού Ημισφαιρίου, μαζύ με τις προκαταλήψεις και την μισαλλοδοξία που χαρακτήριζαν την Ευρώπη της εποχής εκείνης. Υπάρχει σε μερικούς η εντύπωση ότι οι Πουριτανοί ήλθαν στον Κόλπο της Μασσαχουσέττης εις αναζήτηση ανεξιθρησκείας. Μια άλλη, πιο διαδεδομένη εντύπωση, αντίθετα από την πρώτη, θέλει τους Πουριτανούς ενσάρκωση της χειρότερης δυνατής μισαλλοδοξίας. Καμμία από τις δύο δεν είναι σωστή. Οι Πουριτανοί έφυγαν από την Αγγλία για να βρουν μιαν ευκαιρία να αναπτύξουν την αίρεσή τους, και, σαν όλους τους ευρωπαίους της εποχής εκείνης, δεν τους περνούσε διόλου από τον νου η ιδέα ότι οι οποιεσδήποτε άλλες θρησκευτικές πεποιθήσεις, εκτός από τις δικές τους, μπορούσαν ποτέ, ή έπρεπε, να είναι σεβαστές. Για τούτο, στις ακτές του Κόλπου της Μασσαχουσέττης, ακολούθησαν την πάγια εγγλέζικη παράδοση, διώκοντας τους διαφωνούντες, με τον ίδιο εν πολλοίς τρόπο, που είχαν οι ίδιοι υποστεί διωγμό στην Αγγλία. Θα ιδούμε όμως ότι η νέα χώρα, και οι επαφές τους με την Ομοσπονδία Πενακούκ, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην άμβλυση του διωγμού των διαφωνούντων στην Νέα Αγγλία, εν συγκρίσει προς την ίδια την Αγγλία, ή προς άλλες αγγλικές αποικίες, όπως η Βιρτζίνια.

        Ο Κόλπος της Μασσαχουσέττης, Κόλπος Μασάντσου (ο Μεγάλος Λόφος, τώρα [Μπλου Χιλλ] Γαλάζιος Λόφος), επιλέχθηκε για την εγκατάσταση λόγω της βολικής του θέσεως, ανάμεσα στις των δύο ομάδες αγγλικών αποικιών, που ήσαν ήδη εγκατεστημένες στην ανατολική ακτή των Πενακούκων―με τις πόλεις των Προσκυνητών στα νότια, και τους οικισμούς της Πισκατάκουας στα βορεινά. Η πρώτη πουριτανική εμπροσθοφυλακή δεν μπήκε μέσα στον κόλπο, παρά βρήκε ένα λιμάνι στην βόρεια ακτή, στην περιοχή των Σάουγκους, όχι μακριά από το άνοιγμα του κόλπου, και περίπου στα μισά της αποστάσεως μεταξύ των προφυλακών του Νέου Χαμπσάιρ και των Προσκυνητών. Εκεί αποβιβάσθησαν, στην πόλη Ναουμκήγκ των Σάουγκους. Ο μικρή στρατειά των εισβολέων κυρίευσε την πόλη και εξεδίωσε τους κατοίκους της. Εχοντας έτσι "ειρηνεύσει" τον τόπο, εγκατεστάθησαν εκεί, και έδωσαν στην πόλη το βιβλικό όνομα Σάλεμ, τουτέστιν ειρήνη! Η πόλη του Σάλεμ πορεύθηκε έτσι για μερικά χρόνια, συνεχώς σε επιφυλακή για ενδεχόμενες επιθέσεις από μέρους των ηνωμένων εθνών της χώρας Πενακούκ, ενώ οι Πουριτανοί άρχισαν να χτίζουν κι άλλους προκεχωρημένους οικισμούς μέσα στην χώρα των Σάουγκους.

        33. Οι Πουριτανοί και οι Γείτονές τους.  Οπως ο πουριτανικός οικισμός ήταν στην παραλία, ανάμεσα στα φεουδαρχικά υποστατικά του Νέου Χαμπσάιρ από την μια πλευρά και την εκτός νόμου προσφυγική αποικία του Πλύμουθ από την άλλη, έτσι και η κατάσταση του πουριτανικού λαού ήταν επίσης ανάμεσα σ' αυτά τα δυο―στο ιδιοκτησιακό σύστημα με τους χάρτες της κοιλάδας του Πισκατάκουα αφ' ενός, και στους αιρετικούς πρόσφυγες αφ' ετέρου. Ο δεσμός της θρησκευτικής διαφωνίας τους έδενε με τους Προσκυνητές, ενώ ο πιο χειροπιαστός δεσμός της κοινής εχθρότητας απέναντι στα ιθαγενή έθνη της χώρας τους συνέδεε με τις ιδιοκτησίες των Μαίησον―Γκορτζ στα βόρεια. Οι Πουριτανοί χρειάζονταν την επικοινωνία και με τους δύο γείτονες, και, πράγμα παράδοξο, την λειτουργία αυτή αναλάμβαναν γενικώς Πενακούκοι αγγελιαφόροι. Τα έθνη των Πενακούκων ήσαν εχθροί τόσο των αποικιών του Κόλπου της Μασσαχουσέττης όσο και του Νέου Χαμπσάιρ, αλλά η ουδετερότητα των αγγελιαφόρων τους έδινε την δυνατότητα να διατηρούν την αλληλεπικοινωνία, ακόμη και μετά την κατάληψη του αγγελιαφοριοδρόμου μεταξύ Σάλεμ και Οχθης της Φράουλας από τους Πουριτανούς το 1630. Καθιερώθηκε επίσης επικοινωνία δια θαλάσσης, η οποία είχε το πλεονέκτημα να μη εξαρτάται από την Ομοσπονδία Πενακούκ.

         Οι Πουριτανοί είχαν κι αυτοί μεγάλη δυσκολία όπως και οι Προσκυνητές στην εδραίωση μιας νέας κοινωνίας σε ξένη χώρα, καθώς ούτε αυτοί είχαν μερίδιο στην κυβέρνηση της Αγγλίας, οπότε δεν μπορούσαν να ξέρουν πώς να διαχειρίζονται την διοίκηση μιας κοινότητας. Και οι Πουριτανοί δεν είχαν το πλεονέκτημα που διέθεταν οι Προσκυνητές, να παίρνουν κατ' ευθείαν οδηγίες από τους ερυθροδέρμους. Αυτό διευθετήθηκε εν μέρει με την καθιέρωση επικοινωνίας με την αποικία των Προσκυνητών. Οι Πουριτανοί απέστελλαν αντιπροσωπείες στο Πλύμουθ για να παρατηρούν πώς ήσαν εκεί οργανωμένα τα πράγματα. Και το αποτέλεσμα ήταν μια σχεδόν πλήρης υιοθέτηση του συστήματος οργανώσεως που είχαν επεξεργασθεί οι Προσκυνητές, βάσει των όσων τους είχαν διδάξει οι Γουαμπανώγκ περί των αμερικανικών θεσμών. Ετσι οι Πουριτανοί της Μασσαχουσέττης εξεδημοκράτισαν την εκκλησία τους και την κυβέρνησή τους, αποδεσμέυθησαν από την Εκκλησία της Αγγλίας, στην οποία δήλωναν υποταγή προηγουμένως, και γενικά αναδιοργανώθησαν όσο πλησιέστερα στο πρότυπο των ερθροδέρμων τους επέτρεπαν οι θρησκευτικές και ιδοκτησιακές παραδόσεις τους. Οσο για τους Προσκυνητές, η εκδημοκρατισμένη εκκλησιαστική κυβέρνηση κατέστη η βάση της πολιτικής κυβερνήσεως, και οι πόλεις διοικούντο με συνελεύσεις των εκκλησιαστικών πληρωμάτων, οι οποίες ήσαν το προϊόν της προσαρμογής των τοπικών συνάξεων των εθνών των Πενακούκων στα δικά τους ήθη, και οι οποίες εξελίχθησαν στις σύγχρονες κοινοτικές συναντήσεις των πόλεων της Νέας Αγγλίας. Η αποικία είχε ένα "Γενικό Δικαστήριο" από εκπροσώπους των συνελεύσεων αυτών, που αντιστοιχούσε εν πολλοίς στο εθνικό συμβούλιο των εθνών―μελών της Ομοσπονδίας Πενακούκ.

         Αφ' ότου η Αποικία του Κόλπου κατέλαβε τον βόρειο αγγελιαφοριόδρομο των Σάουγκους (επανομομασθέντα Οδός Κόλπου), ο οικισμός εξαπλώθηκε προς βορράν. Θρησκευτικοί διαφωνούντες από την αποικία των Πουριτανών, που αναγκάζοντο να υφίστανται τις σοβαρές διώξεις των αρχών, διέσχισαν τον Μερριμάκ και εγκαταστάθησαν στην επικράτεια του Μαίησον στο Νέο Χαμπσάιρ, όπου εγκαθίδρυσαν επί τόπου δικές τους κυβερνήσεις βάσει του πουριτανικού προτύπου. Πόλεις όπως το Ντόβερ, Χάμπτον, και Εξετερ, ιδρύθησαν με αυτόν τον τρόπο, και ακόμη και η παλιά Οχθη της Φράουλας, ο οικισμός του ίδιου του Μαίησον, κατακλύσθηκε από πουριτανούς πρόσφυγες, αποκτώντας εκ τούτου μια κοινοτική συνέλευση πόλεως κατά το πουριτανικό πρότυπο. Αν και ήσαν στην επικράτεια του Μαίησον, είχαν δική τους κυβέρνηση, και αγνοούσαν την κυριαρχία του Μαίησον ως δοσμένη από την Αγγλία. Εγκατέστησαν μιαν αντίπαλη κυβέρνηση, βασισμένη στον κανόνα των κοινοτικών συνελεύσεων, και εγκαθίδρυσαν μιαν εκκλησία, η οποία ήταν στην πράξη ένα αιρετικό παρακλάδι της κύριας πουριτανικής εκκλησίας. Το κλειδί στην ιστορία του αποικιακού Νέου Χαμπσάιρ έγκειται στην ύπαρξη αυτών των δύο αντιπάλων πολιτικών οργανώσεων.

         34. Η Λεκάνη του Κόλπου της Μασσαχουσέττης.  Είδαμε ότι η λεκάνη του Κόλπου της Μασσαχουσέττης ήταν ένα πληθυσμιακό κέντρο για τα έθνη των Πενακούκων. Αυτό την καθιστούσε πραγματικά την εχθρική πρωτεύσουσα για τους Πουριτανούς.

        Στο σημείο αυτό συναντώνται αρκετές χερσόννησοι, που προβάλλουν από διάφορες κατευθύνσεις προς ένα κοινό λιμάνι. Πίσω από τις χερσοννήσους αυτές υπάρχει μια περιοχή κατολισθητικού εδάφους που ήταν προηγουμένως η λεκάνη του κόλπου, όταν η επιφάνεια της θαλάσσης ήταν ψηλότερα από τώρα. Σχηματίζεται έτσι μια πεδιάδα που διακόπτεται από πολλούς λόφους, και κλείεται σε τρεις πλευρές από πολύ ψηλότερο έδαφος σε ακτίνα από δέκα ώς δεκαπέντε μιλίων, ενώ η τέταρτη πλευρά είναι ο ίδιος ο κόλπος. Αυτό παρείχε ένα έξοχο σταυροδρόμι για δρόμους επικοινωνίας και αγγελιοφοριοδρόμους τόσο χερσαίους όσο και πλωτούς, που κατηφόριζαν από τις διάφορες χερσοννήσους και τα ποτάμια προς το λιμάνι. Ηταν επίσης ένα άριστο κομβικό σημείο για τις διάφορες φυλές που κατέβαιναν από τις πολλές χερσοννήσους και συναντώντο στην λεκάνη του κόλπου. Και ήταν ασφαλώς ένα ζηλευτό λιμάνι για ερυθροδέρμους όσο και λευκούς. Η όλη κοιλάδα, εν ανάγκη, μπορούσε να κρατήσει κάπου οκτώ εκατομμύρια κόσμο – σχεδόν όσους περιείχε εκείνο τον καιρό η Βόρεια Αμερική, και πιθανόν τουλάχιστον τόσους, όσοι υπήρχαν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

         Στην λεκάνη του κόλπου υπήρχαν τρεις κάβοι, που ο καθένας ανήκε σε διαφορετική φυλή της Ομοσπονδίας Πενακούκ. Ο βορεινότερος από τους τρεις ήταν μια προεξοχή με φυλάκιο των Σάουγκους, ονόματι Γουννισίμμετ. Ο κεντρικός κάβος είχε ένα λόφο με δύο κορυφές―ή δύο λόφους συνδεόμενους με μια κορυφογραμμή―στην νότια πλαγιά του οποίου ήταν μια πόλη των Οκαμακαμμεσσέτων ονόματι Μισαγούμ. Στον νότιο κάβο, υπήρχε ένας τριπλός λόφος, ανάμεσα στις πλαγιές του οποίου φώλιαζε ο οικισμός Σωουμούτ των Μασσατσούσετ, επιτελείο της ανατολικής περιφερείας της Ομοσπονδίας, και σημείο κατάλληλο για τις συγκεντρώσεις των φυλών.

         Η περιοχή αυτή, τότε, αντιπροσωπεύοντας το εσωτερικό λιμάνι στην λεκάνη του κόλπου αλλά και όντας το τοπικό επιτελείο του εχθρού, ήταν ο στόχος της επελάσεως των Πουριτανών. Το 1630 προέλασαν στο Γουιννισίμμετ και καταστρέφοντάς το, πέρασαν στον επόμενο κάβο και κατέλαβαν την Μισαγούμ, την οποία παρέλαβαν και εποίκησαν οι Πουριτανοί, ονομάζοντάς την, από τον Βασιλέα Κάρολο, Τσάρλεστων [Πόλη του Καρόλου]. Εδωσαν επίσης το όνομα Κάρολος στο ποτάμι που χωρίζει τον οικισμό αυτόν από την χερσόννησο Σωουμούτ, που ήταν ο τελικός τους στόχος. Και η Τσάρλεστον χρησίμευσε ως προσωρινό επιθετικό στρατόπεδο.

         Περί το τέλος του 1630, οι δυνάμεις των Μασσατσούσετ που κρατούσαν την χερσόννησο Σωουμούτ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Πενακούκ, αποσύρθησαν στην Νοναντούμ, κάπου έξι μίλια στα δυτικά, αφήνοντας το έδαφος ελεύθερο στις επιθέσεις των εισβολέων. Ενας πουριτανός, ονόματι Γουίλλιαμ Μπλάξτον (μερικές φορές με γραφή Μπλάκστον, που σημαίνει [Μαύρη Πέτρα]), στον οποίο είχε προηγουμένως δοθεί άδεια να καλλιεργεί εδάφη του συμβουλίου, υπεδέχθη τους εισβολείς στην Σαουμούτ, αλλά επέμενε ότι το κτήμα του ήταν στην πραγματικότητα δημόσια περιουσία, και τελικά το εδώρισε για αυτό τον σκοπό, συνεχίζοντας έτσι την χρήση του παλιού εδάφους του συμβουλίου Πενακούκ υπέρ κάποιου, έστω, μέρους του πνεύματος ελευθερίας των Πενακούκων.

         Η πόλη επί του τριπλού λόφου κατελήφθη έτσι από τους Πουριτανούς. Μετά την κατάληψη του επιτελείου του ανατολικού τομέα της Ομοσπονδίας, οι εισβολείς μπορούσαν να ελέγχουν τα τερματικά και κομβικά σημεία των σημαντικοτέρων επικοινωνιακών γραμμών των λαών Πενακούκ, κατόπιν του οποίου η Ομοσπονδία Πενακούκ έδωσε μια μακρά χαμένη μάχη. Την στιγμή αυτή οι διευθυντές της Εταιρείας του Κόλπου της Μασσαχουσέττης μετεφέρθησαν από την Αγγλία στην ομώνυμη αποικία. Ενα εκλογικό σύστημα για τους φέροντες χάρτες ιδιοκτήτες συμπλήρωσε το δημοκρατικό πλαίσιο της πουριτανικής κυβερνήσεως, και απομάκρυνε και το τελευταίο ίχνος φεουδαρχικής ιδιοκτησίας στην Μασσαχουσέττη. Η κυβέρνηση των Πουριτανών μεταφέρθηκε τότε στην Σωουμούτ, την οποία οι Πουριτανοί ονόμασαν Τρεμόντ (στην πραγματικότητα αντιγραφή ενός ονόματος από την Κορνουάλη, ερμηνευόμενο όμως ως Τριμάουνταιν [Τριπλό Ορος], σε σχέση με την τριπλή κορυφή της χερσοννήσου).

         35. Η Ιροκέζικη Συμμαχία.  Η φάρα των Χοντενοσαύνων (οι Ιρόκοι), η αρχική ομοσπονδία, η οποίοι, όπως είδαμε είχαν απωθηθεί από τον Κουιννιτούκετ το 1621, γρήγορα έμαθε τα νέα της ήττας των πρώην νικητών τους, και έκαναν ανοίγματα στους Πουριτανούς για συμμαχία. Παραδόξως, τα μηνύματα μεταφέρθησαν μέσω περιοχής Πενακούκων από Πενακούκους αγγελιαφόρους, δείχνοντας πόσο πιστά οι ερυθρόδερμοι τηρούσαν την ουδετερότητα του συστήματος των αγγελιαφόρων. Η ίδρυση μιας πρωτεύουσας από τους Πουριτανούς στο πρώην ανατολικό περιφερειακό επιτελείο των Πενακούκων υπήρξε αποφαστικός παράγων: αυτή η συμμαχία παραήταν τώρα χρήσιμη για να την χάσουν οι Ιρόκοι, και το 1634 συνήφθη μια συνθήκη συμμαχίας μεταξύ των Χοντενοσαύνων και των αξιωματούχων της Αποικίας του Κόλπου της Μασσαχουσέττης, ως εκπροσώπων του Βρεταννικού στέμματος. Οι Ιρόκοι παρέμειναν σύμμαχοι της Αγγλίας μέχρι σήμερα, και εν μέρει η συμμαχία αυτή τοποθέτησε την Μεγάλη Βρεταννία στην σημερινή σημαντική θέση της μέσα στον κόσμο.

        Μετά την πουριτανική κατάληψη της χερσοννήσου Σωουμούτ, και σύμφωνα με τις διαπραγματεύσεις για την ιροκέζικη συμμαχία, νέες οχυρώσεις εγκαθιδρύθησαν γύρω από το Τρεμόντ, όπως ονομαζόταν πλέον η χερσόννησος Σωουμούτ. Ετσι, οι Πουριτανοί εγκαινίασαν πόλεις όπως το Ρόξμπουρυ, που φύλαττε την από ξηράς πρόσβαση στην χερσόννησο Σωουμούτ, και το Νιούτον, το τέρμα του ομοσπονδιακού αγγελιαφοριοδρόμου που συνεχιζόταν μέχρι τον κύριο ιροκέζικο δρόμο. Οι Πουριτανοί εγκαινίασαν και άλλες πόλεις γύρω από την λεκάνη του κόλπου, περιλαμβανομένης της Πεκονσέττης, που αναγνωρίσθηκε αρχικά από τους Πενακούκους ως ουδέτερη επειδή ήταν σταθμός ανεφοδιασμού επάνω στον αγγελιαφοριόδρομο, αλλά αργότερα έγινε στρατιωτικός σταθμός των Πουριτανών. Ο κυβερνήτης και οι διευθυντές της αποικίας, μόλις φερμένοι από την Αγγλία, δεν ενέκριναν προφανώς τα ονόματα μερικών πουριτανικών πόλεων στην γλώσσα των Πενακούκων (καθώς το όνομα Σωουμούτ χρησιμοποιείτο ευρέως αντί του νέου Τρεμόντ), και οι νεοφερμένοι αυτοί εξ Αγγλίας προτιμούσαν να χρησιμοποιούν αμιγώς εγγλέζικα ονόματα πόλεων, οπότε διετάχθη η αλλαγή των ονομάτων από Σωουμούτ σε Βοστώνη, από Πεκονσέττη σε Γουώτερταουν [Πόλη του Υδατος], και από Μεταπάνη σε Ντόρτσεστερ. Οταν συνήφθη η συμμαχία με τους Ιρόκους, την είπαν συνθήκη της Βοστώνης, ή της "Γουάστον," όπως την έλεγαν οι Ιρόκοι.

         Κατόπιν αυτού, η Ομοσπονδία Πενακούκ θεώρησε αδύνατη την περαιτέρω συνέχιση του πολέμου. Ο Πασσακοναγουαίη, που ήταν μεταξύ των πλέον ενθουσιωδών ηγετών του πολέμου, πίεζε τώρα για ειρήνη, αν και πολλά από τα μέλη του συμβουλίου διαφωνούσαν, βλέποντας την αληθινή φύση της αγγλικής εγκαταστάσεως ως απροκάλυπτη εισβολή στην χώρα των Πενακούκων. Ομως η ειρήνη ρυθμίσθηκε, αν και μερικές φυλές της Ομοσπονδίας, όπως οι Οκαμακαμμεσσέτοι, Πισκατάκουες, και Πεκώτοι, κατήγγειλαν την ειρήνη ως προδοσία σε βάρος του λαού της Ομοσπονδίας και των ελευθεριών του. Και τα γεγονότα που ακολούθησαν έδειξαν ότι είχαν δίκηο.

Βλέπε επίσης:    Lessons on Social Continuity    Penacook Courier

Κεντρική Σελίδα    Περιεχόμενα    Επόμενο